m
Back to Top
Καφέ με την Άννα

Πίνοντας καφέ με την Άννα

Ο Fantasy Wanderer πίνει καφέ και συζητά με ήρωες της λογοτεχνίας του φανταστικού

Γράφει η Αργυρώ Χαρίτου σε συνεργασία με τον Αλέξανδρο Λειβαδιώτη και Χρήστο Κεσκίνη

Ο Χρήστος μπήκε και κάθισε. Ήταν πρωί ακόμη και είχε μόλις λίγα λεπτά που ο Αλέξανδρος είχε ανοίξει τις πύλες του Fantasy Wanderer.

«Καλημέρα. Να κάνω καφέ;» τον άκουσε να ρωτά.

«Μπα… Σήμερα περιμένουμε τον επόμενο ήρωα. Κάτσε και τους κάνεις όλους μαζί».

Τα λεπτά περνούσαν και κανένας δεν φαινόταν. Οι δύο άντρες, κουρασμένοι από την καθημερινότητα και επηρεασμένοι από τη γλυκιά μελωδία της μεσαιωνικής μουσικής από το “Παράθυρο των Βάρδων”, έκλεισαν τα μάτια τους. Μόλις τα άνοιξαν, μια έκπληξη τους περίμενε. Μπροστά τους μία νεαρή γυναίκα με σγουρά μαλλιά, καστανά μάτια, λευκή επιδερμίδα, τους κοίταζε με ένα τεράστιο χαμόγελο στα χείλη. Γύρω τους, το μαγαζί αν και φαινομενικά ήταν ίδιο, έδειχνε παράξενο. Ο Χρήστος που είχε σαν παιχνίδι να βλέπει κάθε μέρα ποια βιβλία είχαν πουληθεί, τώρα δεν αναγνώριζε όσα έβλεπε στα ράφια.

«Είμαι σίγουρος πως δεν σε άκουσα να μπαίνεις; Ποια είσαι;» είπε έντρομος ο Αλέξανδρος. Μετά από όσα είχαν ζήσει τις τελευταίες εβδομάδες, είχε αρχίσει να φοβάται πλέον για την ψυχική τους υγεία.

«Καλησπέρα σας, είμαι η Άννα.  Άκουσα ότι έρχεται κόσμος εδώ, κάτι σαν ήρωες και ήθελα και εγώ να έρθω, όχι επειδή είμαι ηρωίδα, αλλά επειδή ερωτεύτηκα έναν».

«Εγώ είμαι ο Αλέξανδρος Λειβαδιώτης ή αλλιώς Fantasy Wanderer και αυτός είναι ο Χρήστος Κεσκίνης. Σε καλωσορίζουμε».

«Καλησπέρα σας. Ωραίο το μαγαζί σας». Κοίταζε τα βιβλία και τα πράγματα που διέθετε το κατάστημα.

«Δεν είσαι από τα μέρη μας;» ρώτησε ο Χρήστος καθώς της έδειχνε το κάθισμα απέναντί του. 

«Σου μοιάζω να μην είμαι;» απάντησε με ερώτηση εκείνη. Έμοιαζε να την τυλίγει ένα μυστήριο και μια δύναμη που έδειχναν απόκοσμα. 

«Από ποιον κόσμο μας έρχεσαι; Χώρα;» συνέχισε εκείνος, καθώς ο Αλέξανδρος είχε εξαφανιστεί, μάλλον για να φέρει τους καφέδες, αν και του είχε φανεί παράξενο να είχε φύγει χωρίς πρώτα να ρωτήσει τι καφέ ήθελε η φιλοξενούμενη. «Τα ελληνικά σου είναι άψογα, αλλά έχεις μια ευρωπαϊκή αύρα».

«Ελληνίδα είμαι, όμως πηγαινοέρχομαι στην Πράγα που μένω τα τελευταία χρόνια. Αν ρωτούσες τον σύντροφό μου εκείνος θα σου έλεγε ότι έρχεται από άλλον κόσμο… ονειρικό» είπε η Άννα, κρατώντας και πάλι τη μυστήρια αύρα της.

«Νομίζω έχω πέσει πάνω σε εικόνες σου σε περιοδικά. Φωτογράφος δεν είσαι; Πώς και αποφάσισες να κάνεις αυτή τη δουλειά;» είπε ο Αλέξανδρος φέρνοντας επιτέλους τους καφέδες.

«Ξεκίνησε ως αστείο με την αδερφή μου και τελικά κατέληξα να το αγαπάω και να βιοπορίζομαι απ’ αυτό. Ήταν ένα όνειρο που βγήκε αληθινό». 

«Αξίζει να ακολουθεί κάποιος τα όνειρά του, άσχετα με το πόσο δύσκολα είναι αυτά;» είπε ο Χρήστος κοιτώντας την στα μάτια.

«Φυσικά! Άλλωστε αυτός δεν είναι και ο λόγος που ονειρευόμαστε;».

«Τώρα τελευταία εγώ και ο Αλέξανδρος βλέπουμε πολύ περίεργα όνειρα. Συμβαίνει αυτό και σε εσένα;» συνέχισε εκείνος υιοθετώντας ένα αινιγματικό ύφος.

Η Άννα χαμογέλασε θλιμμένα και δε μίλησε για αρκετές στιγμές.

«Συνέβαινε… όνειρα τα οποία έζησα ήταν υπέροχα και πραγματικά σας εύχομαι κάποια στιγμή να ζήσετε ζωντανά όνειρα, όσο παράξενο και να σας ακούγεται. Ευτυχώς τώρα, τα ζω με αυτόν που μου τα πρόσφερε» απάντησε και το πρόσωπό της ήταν γεμάτο αγάπη και χαρά.

«Ποιος είναι αυτός;» ρώτησε ο Αλέξανδρος πίνοντας μία γουλιά καφέ που θα έπρεπε να του κάψει τα χείλη, αλλά ο Χρήστος πρόσεξε ότι δεν συνέβη τίποτα τέτοιο.

Η Άννα δε μίλησε. Απλά κατέβασε το κεφάλι, σφίγγοντας την αχνιστή κούπα με τις χούφτες της.

«Πιστεύεις στη δύναμή των ονείρων; Υπάρχει μαγεία γύρω μας;» είπε ο Χρήστος τελικά, θέλοντας να αλλάξει θέμα.

«Ναι, πιστεύω. Ιδίως μετά από όλα αυτά που πέρασα. Και ναι, υπάρχει μαγεία παντού γύρω μας. Απλά πολλές φορές δεν τη βλέπουμε γιατί το άγχος, ο πόνος, η απογοήτευση μάς την κρύβουν».

Η Άννα έδειχνε να ταξιδεύει σε έναν άλλο κόσμο. Ήταν πλέον φανερό ότι δεν ήθελε να αποκαλύψει  πολλά για τη ζωή της. 

«Διαβάζεις; Θέλεις να μας προτείνεις κάποια αξιόλογα βιβλία που διάβασες τελευταία;» ρώτησε ο Αλέξανδρος προσπαθώντας να ελαφρύνει κι άλλο τη συζήτηση.

«Διαβάζω λίγο, λόγω του γιου μου. Είναι εφτά χρονών τώρα» είπε προκαλώντας την έκπληξη του Χρήστου που πίστευε πως το παιδί της ήταν μικρότερο. «Μην εκπλήσσεσαι» του είπε με ένα μελαγχολικό χαμόγελο, «έχει πατέρα τον Γκράαχ-μα, λογικό να μεγαλώνει πιο γρήγορα».

«Έτσι είναι τα σημερινά παιδιά» αποκρίθηκε ο Αλέξανδρος, σκεπτόμενος τον δικό του γιο.

«Όντως» είπε η Άννα και γέλασε. «Αλλά για να απαντήσω στην ερώτηση σου, διαβάζω την “Τέταρτη Πτέρυγα“. Καλό βιβλίο μπορώ να πω. Ωραία κοσμοπλασία, αλλά δεν φτάνει τους κόσμους που έχω δει εγώ».

«Πιστεύεις στο έρωτα;» είπε ξαφνικά ο Χρήστος.

«Η ερώτηση σου γήινε έχει πολλές προεκτάσεις» έκανε εκείνη ερωτηματικά. «Αν με ρωτάς αν πιστεύω στον έρωτα μεταξύ δύο ατόμων, φυσικά και πιστεύω. Είναι αυτός που μας δίνει φτερά και αντέχουμε τις αντιξοότητες, αλλά μας ρίχνει και στα τάρταρα της κατάθλιψη και πίστεψέ με το έχω ζήσει και πονάει πάρα πολύ. Μετά αν με ρωτάς αν ο έρωτας συμβαδίζει μαζί με την καριέρα, φυσικά και συμβαδίζει. Για όλα τα πράγματα πρέπει να υπάρχει ισορροπία. Με την αγάπη όλα είναι δυνατά» συμπλήρωσε και σήκωσε το ποτήρι της για να πιει μια γουλιά από τον καφέ της. «Νομίζω σας κάνω και βαριέστε. Ιδίως τον Αλέξανδρο» συνέχισε μόλις κατάπιε.

«Καθόλου» αποκρίθηκε εκείνος. «Όλα αυτά που μας λες είναι περίεργα ενδιαφέροντα. Αλήθεια, γνωρίζεις τη συγγραφέα Αργυρώ Χαρίτου; Αυτή μας έλεγε για τη ζωής σου στο βιβλίο “Επισκέπτης”» είπε ο Fantasy Wanderer δείχνοντάς το στη βιβλιοθήκη.

«Όταν διάβασα το πρώτο της βιβλίο “Πλανευτές” συνειδητοποίησα ότι δεν είμαι η μόνη» είπε η Άννα, αφήνοντας την κούπα με τον καφέ στο γραφείο. «Τότε αποφάσισα να μιλήσω μαζί της, γιατί σκέφτηκα ότι εκείνη θα με καταλάβαινε, γνωρίζει από πλάσματα και αγάπη».

«Με όσα διάβασα στο βιβλίο, πλέον σε θεωρώ δικό μου άνθρωπό» είπε ο Χρήστος, πιάνοντάς της το χέρι.

Τότε, τα πάντα σκοτείνιασαν και αμέσως μετά καθαρό φως γέμισε το βιβλιοπωλείο, αναγκάζοντας τους δύο άνδρες να κλείσουν τα μάτια. Ο Χρήστος ένιωσε κάποιον ή κάτι να τον αγγίζει και να του προκαλεί πόνο. «Είναι δική μου» άκουσε μια φωνή μέσα στο κεφάλι του.

«Γκράαχ – μα!» είπε η Άννα, ενώ ο ήχος μεγάλων φτερών γέμισε τον χώρο.

Μετά από λίγα λεπτά τα πάντα σίγησαν. Ο Αλέξανδρος και ο Χρήστος άνοιξαν δειλά τα μάτια και συνειδητοποίησαν ότι ήταν μόνοι τους στο μαγαζί.

«Τί περίεργο όνειρο» ψέλλισε ο Αλέξανδρος, ενώ ο Χρήστος κοιτούσε με τρόμο το τρίτο ποτήρι με καφέ στο γραφείο να αχνίζει ακόμα.

Άννα
Άννα

Αν θέλετε να μάθετε περισσότερα για την Άννα και τον Γκράαχ-μα αποκτήστε το βιβλίο “Ο Επισκέπτης” της συγγραφέα Αργυρώς Χαρίτου.

No Comments

Sorry, the comment form is closed at this time.

Welcome to

My Rewards

Become a member

Join our loyalty program to unlock exclusive perks and rewards.

Ways to earn

Powered by WPLoyalty

0
    0
    Το καλάθι σας
    Το καλάθι είναι άδειοΕπιστροφή στο κατάστημα