
Οι Θεοί της Μόντεργιορντ – Μέρος 23: Φάντερ – Μελαγχολικός Θεός
Το Ιερό Βιβλίο του Άγνωστου Βάρδου
Γράφει ο Αλέξανδρος Λειβαδιώτης
O Φάντερ είναι γιος του Γκόντχετ και της Ιλβίλχα, των δύο Μεγάλων Γηραιών. Ο Φάντερ ήταν η ελπίδα της Μόντεργιορντ. Δεν ήταν απλά Δρακοθεός, αλλά ο πρώτος δημιουργός μετά τους Γηραιούς. Η καρδιά του χτυπούσε γεμάτη δικαιοσύνη, καλοσύνη και ελπίδα. Από καθήκον, αλλά κι από έρωτα, έσμιξε με την αδελφή του Μορ, φέρνοντας στον κόσμο έξι Δρακοθεούς: τον Γιορντ, την Φέρτιλα, τον Γιόρντσκαλβ, την Ίσεν, τον Κρίγκερ και την Φρέντεν. Κι έτσι ξεκίνησε η γενιά των Δράκων.
Ο καιρός περνούσε και η δόξα των απογόνων του Γκόντχετ αυξανόταν συνεχώς, καθώς κι οι ίδιοι πλήθαιναν. Ο Φάντερ, ως διάδοχος του πατέρα του, βοηθούσε στην διακυβέρνηση κι ήταν πάντα καλός και δίκαιος με όλους, δημιουργώντας την Ντράγκσαρ, τη νέα κατοικία των Δρακοθεών. Καθώς οι απόγονοί του μεγάλωναν, μεγάλωνε και η δίψας τους για εξουσία. Κάτι που οδήγησε στη πιο σκοτεινοί περίοδο των νέων θεών.

Τα παιδιά και τα εγγόνια του άρχισαν να απαιτούν βασίλεια, να διαφωνούν για τους θνητούς, για τον έλεγχο των θαλασσών, του χιονιού, της φωτιάς και του θανάτου. Ο Γκόντχετ τους παρακάλεσε να θυμηθούν την αρμονία. Όμως η εποχή της υπακοής είχε τελειώσει. Κι η αρχή του τέλους ξεκίνησε όταν μερικοί Δρακοθεοί εναντιώθηκαν στον διάδοχο των Μεγάλων Γηραιών.
Ο Φάντερ, βλέποντας την αχαριστία των απογόνων του, έχασε τα λογικά του. Για πρώτη φορά βρυχήθηκε με θυμό. Η γη σείστηκε, τα ποτάμια σταμάτησαν κι όλα τα πλάσματα του κόσμου ένιωσαν τον φόβο που γεννά μόνο η απόγνωση ενός πατέρα.
Ήταν έτοιμος να σκοτώσει τα ίδια του τα εγγόνια, αλλά τότε εμφανίστηκε η σύζυγός του, η Μορ. Στάθηκε μπροστά του με δάκρυα στα μάτια, και τον ικέτεψε να μην καταστρέψει αυτό που ο ίδιος δημιούργησε με τόση ελπίδα, ενώ φυλάκισε τους αποστάτες σε μια νέα, ζοφερή διάσταση, τη Σβάρτματ. Και τότε, σε εκείνη τη στιγμή της αδυναμίας, η Ιλβίλχα κατάλαβε πως το τέλος είχε αρχίσει.
Η Μεγάλη Γηραιά δε μιλούσε συχνά. Η σκέψη και η θέλησή της καθόριζαν την ισορροπία του κόσμου, από όταν τον δημιουργούσε με τον αδελφό της Γκόντχετ και έπρεπε να δράσει. Η βασιλεία των Δρακοθεών έσβηνε και δεν έπρεπε η Μόντεργιορντ να μείνει ακυβέρνητη.
Έσπειρε τον φανατισμό και τη δίψα για δύναμη και δόξα στους θνητούς και στον βασιλιά τους, τον Φίανορ Γκόρντορενς και βοήθησε την Ντόντεν να αποδράσει από τη Σβάρτματ και να περπατήσει στη διάσταση των θνητών, σκορπώντας τον θάνατο.
Όταν ο Γκόντχετ αντιλήφθηκε την πηγή της δύναμης των Σκοτεινών Δρακοθεών, κατάλαβε το σχέδιο της αγαπημένης του και δάκρυσε γνωρίζοντας πως δεν υπήρχε άλλη λύση. Έπρεπε να σκοτώσει την ίδια του τη σύντροφο.
Έτσι ξεκίνησε η Μάχη της Όκεντραγκ. Δεν ήταν απλά μια μάχη ανάμεσα σε δύο θεούς. Ήταν σύγκρουση της δημιουργίας και της αλλοίωσης. Η βαρβαρότητα τους δεν ήταν από μίσος αλλά από προδομένη αγάπη και καθήκον. Οι κραυγές τους έσχισαν τον ουρανό, οι φλόγες τους έκαψαν τις πεδιάδες και όταν ήρθε το τέλος, η έκρηξη που απελευθερώθηκε ισοπέδωσε τα πάντα. Η πάλαι ποτέ εύφορη κοιλάδα μετατράπηκε σε μια απέραντη θάλασσα σκόνης και χώματος, τη σημερινή Όκεντραγκ, την Έρημο των Δράκων.
Μόλις πέθαναν οι Μεγάλοι Γηραιοί, οι Δρακοθεοί έχασαν τις δυνάμεις τους. Ο Ίλουρ, το νέο δημιούργημα της Νάιρα, εκμεταλλεύτηκε τη στιγμή, πολεμώντας και διώχνοντας πίσω στη Σβάρτματ τη Ντόντεν. Οι θνητοί έστρεψαν το βλέμμα τους στον νέο τους σωτήρα, ενώ οι Δρακοθεοί έγιναν σκιά του εαυτού τους.
Ο Φάντερ, βλέποντας τους πιστούς τους να τους εγκαταλείπουν, ξεκίνησε ένα προσκύνημα, όχι σα θεός, αλλά σαν κοινός θνητός. Εκατόν είκοσι δύο μέρες περιπλανήθηκε στην τεράστια έρημο, προτού καταφέρει να φτάσει στο σημείο που πέθαναν οι γονείς του. Εκεί, όπου ένας πανύψηλος στύλος είχε υψωθεί από τη σύγκρουσή τους.
Σαν κάτι να τον καλούσε, ξεκίνησε να σκαρφαλώνει. Εξουθενωμένος, έφτασε στην κορυφή, όπου σάστισε βλέποντας την πηγή της δύναμης που τον καλούσε. Τις δύο καρδιές των γονιών του, ενωμένες σαν μία. Το πνεύμα της μητέρας του εμφανίστηκε μπροστά του, αποκαλύπτοντάς του πως έπρεπε να πιει από το αίμα τους που έσταζε από τις καρδιές, αν ήθελε να επιστρέψει η θεϊκή φύση των Δρακοθεών. Ο ίδιος, όμως, δε θα επιβίωνε. Το θνητό του σώμα δε θα άντεχε τέτοια ενέργεια. Μα οι απόγονοί του θα γίνονταν και πάλι θεοί. Οι απόγονοί του που τον είχαν προδώσει.
Ο Φάντερ κοίταξε για μια τελευταία φορά τη μητέρα του, της χαμογέλασε και ήπιε από το αίμα.
Μέσα σε μια στιγμή το σώμα του τυλίχθηκε στις φλόγες κι άρχισε να πέφτει από την κορυφή του στύλου. Αβάσταχτος πόνος γέμιζε το κορμί του, αλλά ο Φάντερ χαμογελούσε. Πέθαινε, αλλά οι Δρακοθεοί θα αποκτούσαν και πάλι τις δυνάμεις τους. Μα εκεί, στο σκοτάδι, άκουσε τη φωνή του πατέρα του.
«Είμαι περήφανος για σένα, γιε μου. Θυσίασες την ζωή σου για να ξαναγίνουν δυνατοί οι απόγονοί σου. Οι απόγονοι που κάναν τα πάντα για να σου πάρουν την θέση. Άσε με, λοιπόν, να πάρω εγώ την δική σου. Τη θέση σου στην Έβιγκστραφ, την αιώνια τιμωρία των νεκρών θεών. Κυβέρνησε δίκαια γιε μου».
Τότε ένα κομμάτι του Μεγάλου Γηραιού, πέρασε στο Φάντερ, ο οποίος έπεσε με ορμή στο έδαφος, σηκώνοντας ένα τρομερό σύννεφο σκόνης. Μέσα από αυτό ακούστηκε η τρομερή κραυγή του. Μια κραυγή, που ακούστηκε σε όλη την Μόντεργιορντ και τη Ντράγκσαρ, επαναφέροντας τις δυνάμεις των Δρακοθεών και ξανακάνοντάς τους θεούς. Ήταν η τελευταία φωνή του Γκόντχετ. Όχι πολεμική. Όχι θλιμμένη. Αλλά γεμάτη ελπίδα.
Μέσα από την σκόνη εμφανίστηκε ο Ξαναγεννημένος Θεός. Όχι κόκκινος όπως ήταν η μορφή του μέχρι τότε, αλλά χρυσός. Χρυσός όπως ο πατέρας του.
Ο Πατέρας των Δράκων, μπορεί να μην υπάρχει πια, αλλά ζει ακόμα σε κάθε θρόισμα του ανέμου, σε κάθε τριγμό των βουνών, σε κάθε δάκρυ δράκου που κυλά για τον κόσμο. Ζει μέσα στον Φάντερ. Ζει στον κόσμο που έπλασε. Έναν κόσμο ατελή, αλλά γεμάτος από το όραμά του.

Ο Φάντερ παρουσιάζεται σα χρυσός δράκος με μελαγχολικό βλέμμα, λόγω της θυσίας του Πατέρα των Δράκων.
Αποκαλείται Μελαγχολικός Θεός, Χρυσός Άρχοντας, Ξαναγεννημένος Θεός.
Δόγμα
Οι ακόλουθοί του θεωρούν τη δικαιοσύνη την υπέρτατη δύναμη και πιστεύουν πως η θυσία για τα ιδανικά τους είναι η είσοδό τους στην χώρα των θεών, την Ντράγκσαρ.
Ιερείς και Ναοί
Οι κληρικοί του Φάντερ είναι ντυμένοι με χρυσούς μανδύες, ενώ ο Αρχικληρικός φοράει ένα χρυσό κράνος σε σχήμα δρακοκεφαλής. Είναι φιλόξενοι με όλους και πρόθυμοι να βοηθήσουν τους αδύναμους. Οι ναοί του είναι πάντα στο ψηλότερο σημείο κι από τον πύργος τους μπορεί κανείς να αγναντεύει ολόκληρη την περιοχή.

Αφήνουμε πίσω μας τον Μελαγχολικό Θεό, Φάντερ, και γυρίζουμε μία ακόμα σελίδα του βιβλίου “Το Ιερό Βιβλίο του Άγνωστου Βάρδου”. Την επόμενη φορά θα γνωρίσουμε την Προστάτιδα των Δρακοθεών, την Μορ…
Αν θες να ταξιδέψεις κι εσύ στην πανέμορφη Χώρα του ποταμού Έαρμαρκ, τον κόσμο του συγγραφέα Αλέξανδρου Λειβαδιώτη, προμηθεύσου ένα από τα βιβλία/εισητήρια και ξεκίνα τις περιπλανήσεις σου.
No Comments
Sorry, the comment form is closed at this time.