
Οι Θεοί της Μόντεργιορντ – Μέρος 21: Ίσενχατ – Άρχων των Παγογιγάντων
Το Ιερό Βιβλίο του Άγνωστου Βάρδου
Γράφει ο Αλέξανδρος Λειβαδιώτης
Ο Ίσενχατ γεννήθηκε μέσα στα παγωμένα λατομεία των ανήλιαγων λαγουμιών, όπου ο Άζριμ, υπό την καθοδήγηση της μητέρας του, Νάιρα, κρύφτηκε για να γλιτώσει από την οργή του πατέρα του, Ντούρσον. Ήταν η εποχή της απόγνωσης και της μυστικότητας, όταν ο Πέτρινος Πατέρας έπλαθε στρατούς στις σκιές, σφυρηλατώντας σάρκα από πάγο, αίμα από ατσάλι και ψυχές από οργή. Ήδη στα πρώτα βήματά του, ο Ίσενχατ ήταν γιγαντιαίος, με δέρμα που έλαμπε σαν αιώνιος παγετώνας και κενά, λευκά μάτια, καλυμμένα από χιόνι. Ο Άζριμ τού έδωσε ζωή για έναν και μόνο σκοπό… Να είναι ο πρώτος από μια νέα φυλή, μια λεγεώνα από παγωμένους γίγαντες, που θα υπηρετούσε πιστά τον δημιουργό τους στον επερχόμενο πόλεμο. Τη φυλή των Παγογιγάντων.
Ο Ίσενχατ δεν γνώρισε τρυφερότητα. Ο δημιουργός του δεν ήταν πατέρας αλλά τεχνίτης, και του έμαθε να βλέπει τον εαυτό του σαν εργαλείο, σαν πολεμική μηχανή. Όταν η Νάιρα φυλάκισε τον Πατροκτόνο στα βάθη της γης, ο Ίσενχατ απέμεινε μόνος, χωρίς σκοπό, χωρίς οδηγό. Δε χάθηκε στη λήθη όμως.
Πλανήθηκε μόνος βορειοανατολικά, φτάνοντας στην Καρδιά του Πάγου, τον αρχαίο παγετώνα Νάιρασιν, ο οποίος, λένε, δημιουργήθηκε από τα δάκρυα της Νάιρα, πέρα από τα σύνορα του γνωστού κόσμου.

Εκεί, σύμφωνα με τις ιστορίες των ιερέων, βρήκε ένα κομμάτι των Πρώτων Πάγων. Ένα θραύσμα φτιαγμένο από την ανάσα της Νάιρα, πριν ακόμα δημιουργήσει ζωή. Όταν δημιουργούσε μόνο ύλη. Αυτός ο Πρώτος Πάγος ήταν έμψυχος, μια συνείδηση κρυσταλλωμένη στο απόλυτο κρύο, που έψαχνε εκείνον που θα τον απελευθέρωνε. Ο Ίσενχατ πρόσφερε μέρος της ψυχής του, ενώνοντας τη θέλησή του με την αρχαία ουσία. Κι έτσι γεννήθηκε το Ίσενσβαρτ, ένα τεράστιο σπαθί, φτιαγμένο από σκουρόχρωμο πάγο που δεν έλιωνε ποτέ. Η λεπίδα του πάλλεται σαν να αναπνέει, ενώ όποιος σκοτώνεται από αυτό, δεν πεθαίνει απλώς. Η ψυχή του παγιδεύεται στο σπαθί, όπου βασανίζεται από κρύες αναμνήσεις, μέχρι να παραδοθεί στην θέληση του Ίσενχατ. Κι όταν υποταχθεί, γεννιέται ξανά ως νεοσύστατος Παγογίγαντας, χωρίς μνήμη, γεμάτος δέος και πίστη για τον δημιουργό του.
Αρματωμένος με το νέο του όπλο, πήρε τον λαό του και διέφυγε στα άγρια και απόκρημνα βουνά Λουμινέσσας, τα Λαμπρά Όρη, όπου οι χιονοθύελλες δεν σταματούν ποτέ. Εκεί, απομονωμένος κι αποφασισμένος να επιβιώσει, έκτισε ένα βασίλειο από πάγο και πέτρα, γύρω από το φρούριο του Ντρόλβαγκρ, την Παγωμένη Καρδιά. Ανέδειξε τους πρώτους πολεμιστές του, εκπαίδευσε και οργάνωσε στρατούς, έμαθε να δαμάζει τον πάγο και τις χιονοθύελλες, ώσπου στο Νότο, μέσα από τα σπλάχνα της γης, ξεχύθηκαν πλάσματα του Μπράντχατ, του αδελφού του.
Λεηλατούσαν και κατέστρεφαν τα πάντα στο διάβα τους. Ο Ίσενχατ αδιαφορούσε, μέχρι που έκαναν το λάθος να επιτεθούν στην επικράτειά του. Τότε, οδήγησε τους δικούς του σαν θύελλα που κατέβηκε από το βουνό. Με παγετώνες που έθαψαν ολόκληρες λεγεώνες και με αιχμές πάγου που λύγισαν τα πυρωμένα μέταλλα των αντιπάλων, οι Παγογίγαντες έσωσαν τις βόρειες κοιλάδες, ανατολικά των βουνών Λουμινέσσας.
Ήταν τότε που ο ίδιος ο Ίσενχατ έριξε τον στρατηγό του Μπράνχατ κι αρχηγό των Πυρογιγάντων σε μια χαράδρα. Από τα ματωμένα κέρατα του πεσόντος εχθρού, έφτιαξε το κράνος του. Ένα έμβλημα δύναμης, σφυρηλατημένο από τους παγωμένους σιδηρουργούς του Ντρόλβαγκρ. Από τότε το φορά, σαν υπενθύμιση, ότι ούτε η φωτιά, ούτε ο αδελφός του μπορούν να ανακόψουν τη χιονοθύελλα. Όμως δεν ήταν η φωτιά που τον έκαμψε, αλλά η πέτρα.
Στη Δεύτερη Εποχή, οι Νάνοι, παιδιά του Άζριμ όπως κι αυτός, γεμάτοι φιλοδοξία και φανατισμό, άρχισαν να διεκδικούν τα όρη Λουμινέσσας. Σύμφωνα με την πίστη τους, κάθε λίθος και κάθε σπήλαιο ανήκει στους Νάνους, ενώ οι γίγαντες, της φωτιάς ή του πάγου, είναι σφάλματα του Άζριμ. Κατασκευάσματα που έπρεπε να ξεχαστούν, παρατημένα στη λήθη. Κι έτσι ξεκίνησε η Μεγάλη Πολιορκία.
Για 78 χρόνια, τα κάστρα του Ίσενχατ πολιορκήθηκαν αδιάκοπα. Οι Νάνοι δεν πολεμούσαν άμυαλα, σα θηρία, όπως οι Πυρογίγαντες, αλλά με υπομονή και έξυπνες στρατηγικές. Οι πολεμικές μηχανές τους και οι αδιάκοποι σκαπανείς έσκαβαν υπόγειες σήραγγες, προκαλούσαν χιονοστιβάδες και κατολισθήσεις. Έχτιζαν μέσα σε απίστευτα σύντομα χρονικά διαστήματα φρούρια από γρανίτη σε κάθε κορυφή. Σε κάθε λαγούμι. Σε κάθε σπήλαιο.
Οι Παγογίγαντες, αν κι από τη φύση τους ανθεκτικοί, δεν είχαν το χρόνο με το μέρος τους. Οι παγωμένες σοδειές λιγόστευαν, οι νεοσύστατοι πέθαιναν από τις επιθέσεις και οι ιερείς τους, όσοι επέζησαν, έβλεπαν πλέον μόνο εφιαλτικά οράματα στις τελετουργίες τους, γεμάτα πόνο και απελπισία.
Τελικά, το Ντρόλβαγκρ έπεσε. Ο Ίσενχατ έσωσε όσους μπορούσε και τους οδήγησε στις παγωμένες βόρειες κοιλάδες, στα σύνορα της λήθης, στο Βίντεραν, τον λευκό και αχανή τάφο της παλιάς τους δόξας.
Από εκείνη την ημέρα, γεννήθηκε ένα μίσος που ακόμα καίει σαν πυρακτωμένο μαχαίρι μπηγμένο στον πάγο. Για τον Ίσενχατ, τα αδέλφια του οι Νάνοι δεν είναι τίποτα άλλο, παρά επίορκοι σφετεριστές. Πιστεύει πως τα όρη Λουμινέσσας ήταν διακιωματικά δικά του, ως δώρο του Άζριμ. Για εκείνον, οι Νάνοι έκλεψαν το όραμα του πατέρα τους, μετατρέποντάς το σε ένα αφιλόξενο βασίλειο, γεμάτο πλεονεξία και αλαζονεία.
Από την άλλη, η παλιά διαμάχη του με τον Μπράντχατ συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, καθώς το φλεγόμενο βασίλειο του αδελφού του αγγίζει τα παγωμένα εδάφη του Βίντεραν. Κάτοικοι και περιπλανητές των βουνών Λουμινέσσας υποστηρίζουν πως συχνά οι ορίζοντες γεμίζουν με καπνό και χιονόνερο, όταν οι δύο στρατοί συγκρούονται στο Φραγμένο Φαράγγι, μια περιοχή που δεν ανήκει σε κανέναν, ή, όπως λέει ο Ίσενχατ, «ανήκει σε αυτόν που μπορεί να την κρατήσει».

Ο Ίσενχατ παρουσιάζεται βλοσυρός, αρματωμένος, φορώντας πάντα το κερασφόρο κράνος του και κραδαίνοντας το Ίσενσβαρτ, το παγωμένο σπαθί του. Δεν είναι απλώς ένα όπλο· είναι ο σπόρος ενός νέου στρατού, μιας δεύτερης δημιουργίας, σύμφωνα με τις διδαχές του Άζριμ. Και ο Ίσενχατ από τότε, δε σκότωσε ποτέ χωρίς σκοπό. Κάθε ψυχή που συλλέγει, είναι ένα ακόμα λιθάρι στο δρόμο για την επιστροφή τη δική του και του λαού του στα όρη Λουμινέσσας.
Αποκαλείται Άρχων των Παγογιγάντων, Κύριος του Χιονιού, Κερασφόρος Πολεμιστής.
Δόγμα
Οι ακόλουθοί του μισούν τους Νάνους και τους Πυρογίγαντες. Εκπαιδεύονται στη μάχη και τον πόλεμο από τους κληρικούς τους, περιμένοντας το σήμα του Κυρίου τους για τη μέρα που ο πάγος θα κινηθεί ξανά προς τα όρη Λουμινέσσας. Και αυτή η μέρα θα έρθει. Διότι ο Ίσενχατ δεν έχει ξεχάσει. Και ούτε έχει συγχωρέσει.
Ιερείς και Ναοί
Οι ναοί του Ίσενχατ στέκουν στις πιο ψηλές κορυφές του Βίντεραν, σαν αιχμές που ξύνουν τον ουρανό. Η σκεπή τους είναι πάντα κωνοειδής κι εκεί, στην κορυφή, υψώνεται το άγαλμα του άρχοντα τους, παγωμένος, ακίνητος, φορώντας το κερασφόρο κράνος του, κοιτώντας προς τα απόκρημνα όρη. Προς τα χαμένα Λουμινέσσας.

Αφήνουμε πίσω μας τον Άρχων των Παγογιγάντων, Ίσενχατ, και γυρίζουμε μία ακόμα σελίδα του βιβλίου “Το Ιερό Βιβλίο του Άγνωστου Βάρδου”. Την επόμενη φορά θα γνωρίσουμε τον Μεγάλο Γηραιό, τον Γκόντχετ, ξεκινόντας έτσι την περιπλάνησή μας στους Δρακοθεούς…
Αν θες να ταξιδέψεις κι εσύ στην πανέμορφη Χώρα του ποταμού Έαρμαρκ, τον κόσμο του συγγραφέα Αλέξανδρου Λειβαδιώτη, προμηθεύσου ένα από τα βιβλία/εισητήρια και ξεκίνα τις περιπλανήσεις σου.
No Comments
Sorry, the comment form is closed at this time.