
Οι Θεοί της Μόντεργιορντ – Μέρος 17: Αζάλα – Παρθένα Μητέρα
Το Ιερό Βιβλίο του Άγνωστου Βάρδου
Γράφει ο Αλέξανδρος Λειβαδιώτης
H Αζάλα είναι κόρη του Θέραρντ και της Έρμπριν. Από όταν γεννήθηκε είχε μια ξεχωριστή επικοινωνία με τα φυτά. Τις περισσότερες μέρες της τις περνούσε μιλώντας και φροντίζοντάς τα. Συχνά ακολουθούσε τον πατέρα της, στο μέρος όπου περίμενε την Έρμπριν να επιστρέψει από κάποια περιπλάνησή της, και ασχολούταν με τα φυτά της περιοχής.
Μια μέρα, χωρίς να το αντιληφθεί, απομακρύνθηκε από τον Θεό της Δικαιοσύνης και μπήκε στο Γκούνταρσκογκ, το μαγεμένο δάσος δίπλα στην Χέλντουμ. Εκεί, συνάντησε έναν γέροντα. Τα αυτιά του ήταν μεγάλα και μυτερά, προδίδοντας πως ήταν Ξωτικό, ενώ οι χρυσές κόρες των καταπράσινων ματιών του, γυάλιζαν στο ρυτιδιασμένο πρόσωπό του. Φορούσε πράσινο μανδύα, καθώς μια περίτεχνη, ατσάλινη ασπίδα προστάτευε το στέρνο του, στο σημείο της καρδιάς. Η νεαρή Αζάλα, ούρλιαξε βλέποντάς τον κι αμέσως σαν απάντηση, ακούστηκε η φωνή και το ποδοβολητό του πατέρα της. Ο γέροντας χαμογέλασε και γύρισε να φύγει. Μα προτού χαθεί από το οπτικό της πεδίο, άκουσε τη φωνή του να αντηχεί στον αέρα. «Εσένα διάλεξε νεαρή μου. Είσαι η Εκλεκτή της Νάιρα».

Όταν έφτασε ο Θέραρντ, κραδαίνοντας το τσεκούρι του, βρήκε την κόρη του να κοιτά σαν χαμένη γύρω της. Τη ρώτησε τι συμβαίνει, μα εκείνη δεν απάντησε. Το ίδιο βράδυ, η Αζάλα είδε ένα περίεργο όνειρο. Ένα νεαρό Ξωτικό, με κατάξανθα μακριά μαλλιά και πράσινα μάτια με χρυσές κόρες, ερωτοτροπούσε μαζί της.
Όταν ξύπνησε, βρήκε στο κρεβάτι της ένα κυανό, μαραμένο λουλούδι και μια γυναικεία φωνή της ψιθύρισε: «Όταν ανθίσει θα έχει έρθει η ώρα της νέας εποχής κόρη μου». Αν και τρομοκρατήθηκε, προτίμησε να μην πει τίποτα σε κανέναν και προσπάθησε να τα ξεχάσει όλα. Μέσα σε λίγες μέρες, όμως, συνειδητοποίησε ότι είναι έγκυος. Όσο και να έλεγε την ιστορία της στους άλλους θεούς, εκείνοι συνέχιζαν να ψάχνουν ποιος ήταν ο πατέρας. Ο Θέραρντ, αποφασισμένος να υπερασπιστεί την τιμή της κόρης του ή να βάλει τέλος στο ψέμα της, αποφάσισε να την υποβάλει σε εξέταση που θα αποδείκνυε αν ήταν παρθένα ή όχι.
Παρά της διαμαρτυρίες της νεαρής θεάς, όλοι συμφώνησαν. Κριτής ήταν για άλλη μια φορά ο Θεός της Δικαιοσύνης, ο οποίος μετά την εξέταση ανακοίνωσε ότι ήταν όντως παρθένα και πως ότι ισχυριζόταν η Αζάλα ήταν αλήθεια. Εκείνη, αν και δικαιωμένη, έτρεξε στεναχωρημένη στο μέρος που είχε συναντήσει τον γέροντα. Φτάνοντας εκεί άρχισε να τον φωνάζει, παροτρύνοντάς τον να εμφανιστεί και να της πει τι σημαίνουν όλα αυτά. Ο γέροντας, όμως, δε φάνηκε και ένας τρομερός πόνος στην κοιλιά της την έκανε να πέσει κάτω. Είχε αρχίσει να γεννά, πολύ πιο νωρίς από το συνηθισμένο.
Οι κραυγές της τράβηξαν τους υπόλοιπους θεούς, οι οποίοι έτρεξαν προς το μέρος της. Φτάνοντας στο σημείο, βρήκαν την Αζάλα αναίσθητη, ενώ δυο μικρά βρέφη έκλαιγαν στο πλάι της. Στα χέρια της κρατούσε ένα μακρύ ραβδί, το οποίο ήταν πλεγμένο με ατσάλι που κατέληγε στην κορυφή του σε μία κοφτερή λάμα, σκαλισμένη με πορφυρά σύμβολα.
Όταν συνήλθε, βρισκόταν στο κρεβάτι της με τον πατέρα και την μητέρα της στο πλάι της. Της περιέγραψαν πως την βρήκαν και ότι γέννησε δυο δίδυμα, υγιή αγοράκια. Μα όταν την ρώτησαν που βρήκε το περίεργο ραβδί, εκείνη δεν ήξερε.
Ο καιρός πέρασε κι όταν ανάρρωσε πήγε στο δάσος, κραδαίνοντας το αλλόκοσμο ραβδί. Με μια κίνηση, συνειδητοποίησε πως μπορούσε να το χειριστεί, σα να εκπαιδευόταν μια ζωή για αυτό, παρ’ ότι δεν είχε πιάσει ποτέ της κάτι παρόμοιο ή έστω κάποιο όπλο. Άρχισε να το περιστρέφει γύρω της, όταν κατά λάθος ακούμπησε τη λάμα του στο χώμα. Όλα τα ξερά φυτά γύρω από το σημείο που χτύπησε το έδαφος, άνθισαν μέσα σε μια στιγμή. Αμέσως ακούμπησε το ραβδί σε ένα ξεραμένο δέντρο κι εκείνο ζωντάνεψε ξανά. Χωρίς να μπορεί να συγκρατήσει τη χαρά της, η Αζάλα άρχισε να περιπλανιέται στο δάσος και να γιατρεύει τα νεκρά και άρρωστα φυτά. Μα καθώς συνέχιζε το έργο της, μια γέρικη φωνή αντήχησε στο μυαλό της.
«Δεν είναι σωστό αυτό που κάνεις, νεαρή μου». Μια μορφή εμφανίστηκε μπροστά της και κατάλαβε αμέσως πως ήταν ο γέροντας που είχε συναντήσει την πρώτη φορά που μπήκε στο Γκούνταρσκογκ. «Πρέπει να σέβεσαι τον κύκλο της ζωής, γιατί έχεις δυνάμεις που με τον καιρό θα δυναμώσουν. Χρησιμοποίησε σοφά το Μπόφερλ και όταν έρθει η στιγμή θα κερδίσεις την θέση που σου αξίζει». Η Αζάλα κοίταξε για μια στιγμή το ραβδί της κι όταν γύρισε προς το μέρος του για να ζητήσεις εξηγήσεις, εκείνος είχε εξαφανιστεί.
Από εκείνη τη μέρα, άρχισε να χρησιμοποιεί με σοφία τις δυνάμεις της. Αφιερώθηκε πλήρως στο μεγάλωμα των δύο παιδιών της, τον Γκίλουρ και τον Μπόφβαλ, ενώ στο δωμάτιό της υπάρχει το κυανό, μαραμένο λουλούδι, που περιμένει να ανθίσει…

Η Αζάλα παρουσιάζεται με πράσινο χιτώνα, στολισμένο από μια χρυσή αλυσίδα που τον κρατά σταθερό. Στο χέρι της κρατά πάντα το Μπόφερλ, το αλλόκοσμο ραβδί με την κοφτερή λάμα και τα πορφυρά σκαλίσματα.
Αποκαλείται Παρθένα Μητέρα, Αρχόντισσα των Λουλουδιών, Κυρά του Άκαρδου γέροντα, Εκλεκτή της Νάιρα.
Δόγμα
Οι ακόλουθοί της σέβονται και προσέχουν την φύση, ενώ θεωρούν την γέννηση το πιο ιερό πράγμα στον κόσμο.
Ιερείς και Ναοί
Οι κληρικοί της Αζάλα φοράνε πράσινους χιτώνες, με κόκκινο και χρυσό διάκοσμο. Οι ναοί τους είναι πάντα υπέργειοι, κοντά σε δάσος, ενώ όλη η σκεπή τους και οι τοίχοι τους είναι καλυμμένοι από κισσό. Στο κέντρο τους υπάρχει το ιερό, μια λίμνη, που από μέσα της βγαίνουν οι ρίζες του κισσού. Δε φημίζονται για τη φιλοξενία τους, ειδικά σε όσους δεν είναι πιστοί της Αζάλα.

Αφήνουμε πίσω μας την Παρθένα Μητέρα, Αζάλα, και γυρίζουμε μία ακόμα σελίδα του βιβλίου “Το Ιερό Βιβλίο του Άγνωστου Βάρδου”. Την επόμενη φορά θα γνωρίσουμε τον Θεό της Φωτιάς, Γκίλουρ…
Αν θες να ταξιδέψεις κι εσύ στην πανέμορφη Χώρα του ποταμού Έαρμαρκ, τον κόσμο του συγγραφέα Αλέξανδρου Λειβαδιώτη, προμηθεύσου ένα από τα βιβλία/εισητήρια και ξεκίνα τις περιπλανήσεις σου.
No Comments
Sorry, the comment form is closed at this time.