
Οι Θεοί της Μόντεργιορντ – Μέρος 11: Γκλάνιες – Δακρυσμένη Θεά
Το Ιερό Βιβλίο του Άγνωστου Βάρδου
Γράφει ο Αλέξανδρος Λειβαδιώτης
H Γκλάνιες είναι κόρη του Τόρελον και της Βάλιφ. Αλλά, ως πατέρας της, της παρουσιάστηκε ο Μπάριελ κι από μικρή τη μάθανε να μισεί τον Θεό του Θανάτου, Τόρελον. Καθώς, όμως, ο καιρός περνούσε, σκοτεινά, περίεργα όνειρα παρενοχλούσαν τα βράδια της. Ζοφερά όνειρα βίας και αποτρόπαιων πράξεων που την έκαναν συχνά να ξυπνά ουρλιάζοντας και κλαίγοντας από τον ανήσυχο ύπνο της. Μα αυτό που την τρομοκράτησε, ήταν πως μέσα της πίστευε ότι δεν ήταν απλά όνειρα. Φοβόταν πως ήταν οράματα. Ζοφερά, προφητικά μηνύματα, που την προειδοποιούσαν για μια επικείμενη καταστροφή.
Προσπαθούσε να τα αγνοήσει, όμως, ένα συγκεκριμένο όραμα την είχε σημαδέψει, όσο κι αν ήθελε να το ξεχάσει. Έβλεπε τον εαυτό της να ανοίγει μια μαγική πύλη στην Χέλντουμ και να αφήνει μια ανίερη ορδή να περάσει στο όμορφο βασίλειο των Θεών των Νάνων. Έβλεπε τους επιτιθέμενους να λεηλατούν και να σφάζουν, ώσπου ένας σεισμός της τράβηξε την προσοχή. Στον ορίζοντα, μέσα από καπνούς και φωτιές, σηκωνόταν ένας πελώριος, πέτρινος Νάνος. Τεράστιες αλυσίδες έπεφταν από το κορμί του και θάνατος, σα μαύρο πέπλο, ξεχύθηκε από μέσα του και απλώθηκε γύρω του, καταπίνοντας τα πάντα στο διάβα του. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή ξυπνούσε κάθε φορά, με την καρδιά της πλημμυρισμένη από τρόμο.

Δεν είχε μιλήσει σε κανέναν για το συγκεκριμένο όνειρο. Ούτε καν στον αγαπημένο της αδελφό Ντέλριντ. Κλείστηκε στον εαυτό της, θέλοντας να βρει έναν τρόπο να απαλλαγεί από την προφητική της ικανότητα, ώσπου κατάφερε να φτιάξει το φίλτρο της Λήθης που έπινε κάθε πρωί, σβήνοντας τις μνήμες των οραμάτων της από το μυαλό της. Έτσι κατάφερε να συνεχίσει τη ζωή της, και καθώς μεγάλωνε η στήριξη και το ενδιαφέρον του Ντέλριντ, την έκαναν να τον ερωτευθεί και σύντομα οι δύο τους παντρεύτηκαν.
Επιτέλους ένιωθε ευτυχισμένη, καθώς συνέχιζε κάθε μέρα να πίνει το φίλτρο της κι η ευτυχία της ολοκληρώθηκε όταν γέννησε ένα μικρό, πανέμορφο κορίτσι, την Έρμπριν, ενώ σύντομα έμεινε ξανά έγκυος στο δεύτερο παιδί τους. Μα τότε, ένα καινούργιο, ζοφερό όνειρα τάραξε ξανά τον ύπνο της.
Δεν έμοιαζε σαν τα άλλα. Δε φαινόταν να αναφέρεται στο μέλλον, αλλά στο παρελθόν. Έβλεπε έναν παραμορφωμένο άνδρα να βγαίνει από έναν ανάποδο πύργο και να την καλεί, αποκαλώντας την κόρη του. Της έλεγε να τον εμπιστευτεί, γιατί ήταν ο μόνος που νοιαζότανε πραγματικά για εκείνη.
Ήταν τόσο αληθινό, που μόνο όταν ξύπνησε κατάλαβε ότι ήταν όνειρο. Αγχωμένη, ανακάθισε στο κρεβάτι. Ήθελε να σηκωθεί να πιει το φίλτρο της Λήθης, αλλά κάτι τράβηξε την προσοχή της στον καθρέφτη του δωματίου της. Κοιτούσε κοκκαλωμένη το λαχανιασμένο είδωλό της, όταν ξαφνικά χάθηκε στο σκοτάδι. Σκιές έπνιγαν την αντανάκλασή της και η ίδια φωνή που την καλούσε και στον ύπνο της αντήχησε στο μυαλό της. «Κόρη μου! Έλα σε μένα! Έλα στον πραγματικό σου πατέρα!».
Τρομαγμένη, σηκώθηκε από το κρεβάτι της και τότε τον είδε. Μια σκοτεινή φιγούρα στον καθρέφτη με απλωμένο το δεξί της χέρι. Αποσβολωμένη βημάτισε προς τα εκεί, ώσπου πέρασε στην Ούραρρ, την διάσταση των Νεκρών.
Βρέθηκε σε μια τεράστια αίθουσα. Σε μια σκοτεινή γωνία αντίκρυσε τη φιγούρα κουρνιασμένη, σα να προσπαθούσε να κρυφτεί. Η Γκλάνιες προχώρησε προς εκείνη, μα η γνώριμη, πλέον, φωνή την σταμάτησε.
«Μη με πλησιάζεις, κόρη μου! Έτσι όπως με κατάντησαν δεν μπορώ να σε αγγίξω. Δε μπορώ να σ’ αντικρύσω. Μόνο μέσα από τον καθρέφτη. Όπως έκανα κάθε μέρα, από τη στιγμή που η πανέμορφη μητέρα σου σε γέννησε».
Η Γλάνιες πάγωσε, νιώθοντας την ανάσα της να κόβεται και την καρδιά της να χτυπά σαν πολεμικό τύμπανο. Το μυαλό της γέμισε από εικόνες που είχε δει σε όνειρα. Είδε τη φιγούρα να δέχεται βάναυση επίθεση από έναν γεροδεμένο Νάνο, ο οποίος τη χτυπούσε με μανία. «Ποιος σου το έκανε αυτό;» ψέλλισε, θέλοντας να διώξει τις εικόνες βίας από το κεφάλι της. «Ποιος σε μετέτρεψε σε σκιά;».
«Ο Μπάριελ!».
Η φωνή έκανε την Γκλάνιες να κλείσει τα μάτια της κι όταν τα ξανάνοιξε, βρισκόταν και πάλι στο δωμάτιό της. «Πατέρα…» ψιθύρισε με δάκρυα στα μάτια, άρπαξε το φίλτρο και το πέταξε αποφασισμένη να μην ξαναπιεί. Η οργή γέμισε την καρδιά της. Οργή για την υποκρισία του Μπάριελ, της Βάλιφ κι όλων των άλλων, οι οποίοι τις έκρυβαν τόσο καιρό την αλήθεια. Παρ’ όλα αυτά, κατάφερε να κρύψει τα συναισθήματά της, όταν μπήκε στο δωμάτιο ο Ντέλριντ, θέλοντας να δει αν είναι καλά. Κούνησε καταφατικά το κεφάλι, αλλά από τότε, κάθε βράδυ κλειδωνόταν στο δωμάτιό της και συνομιλούσε με τον πραγματικό πατέρα της, μέσω του καθρέφτη. Έμαθε όλη την ιστορία του Τόρελον και της Ούραρρ, ενώ όταν γέννησε τη δεύτερη κόρη της, τη Μάρχα, την αφιέρωσε σε εκείνον, υποσχόμενη να την μεγαλώσει σύμφωνα με τις διδαχές του. Κι από τότε η Γκλάνιες ανυπομονεί για τη στιγμή, που ο πατέρας της Τόρελον θα είναι έτοιμος, για να ανοίξει τη μαγική πύλη, που θα φέρει την καταστροφή της Χέλντουμ και όσων τη γέμιζαν ψέματα από τη μέρα της γέννησής της.

Η Γκλάνιες παρουσιάζεται με μαύρα ή βαθυπράσινα μεταξωτά φορέματα. Τα μαλλιά και τα χείλη της έχουν κυανόμαυρο χρώμα, ενώ τα μάτια της είναι κόκκινα και μονίμως δακρυσμένα για την προδοσία εις βάρος του πατέρα της.
Αποκαλείται Δακρυσμένη Θεά, Αρχόντισσα της Λήθης, Διπρόσωπη Θεά.
Δόγμα
Οι ακόλουθοί της δεν λατρεύουν ανοιχτά τις σκοτεινές θεότητες. Προσπαθούν να δείξουν στον κόσμο ένα καλό πρόσωπο ως πιστοί κάποιου καλού θεού, ενώ υπογείως λειτουργούν για τα δικά τους συμφέροντα.
Ιερείς και Ναοί
Οι κληρικοί της Γκλάνιες φοράνε βαθυπράσινους μεταξωτούς μανδύες, ενώ έχουνε βαμμένα τα χείλια και τα μάτια τους με μαύρη μπογιά έτσι ώστε να φαίνεται πως είναι δακρυσμένοι. Οι ναοί είναι μυστικοί και πάντα υπόγειοι, με ορθογώνιο σχήμα και χωρισμένοι σε πολλά μικρότερα τμήματα για προσωπικές λειτουργίες των πιστών, κάτω από κάποιο καπηλειό ή πορνείο για να μην τραβάει την προσοχή όσων δεν είναι πιστοί της Γκλάνιες. Στο κεντρικό τμήμα υπάρχει το ιερό με το άγαλμα της θεάς μπροστά σε έναν πραγματικό καθρέφτη, ο οποίος χρησιμοποιείται για ενόραση από τους κληρικούς.

Αφήνουμε πίσω μας τη Θεά της Λήθης και γυρίζουμε μία ακόμα σελίδα του βιβλίου “Το Ιερό Βιβλίο του Άγνωστου Βάρδου”. Την επόμενη φορά θα γνωρίσουμε τον Κριτή των Θεών, των Θέραρντ…
Αν θες να ταξιδέψεις κι εσύ στην πανέμορφη Χώρα του ποταμού Έαρμαρκ, τον κόσμο του συγγραφέα Αλέξανδρου Λειβαδιώτη, προμηθεύσου ένα από τα βιβλία/εισητήρια και ξεκίνα τις περιπλανήσεις σου.
No Comments
Sorry, the comment form is closed at this time.