FWB2: Αποτέλεσμα Άλαντορ Σίλντιμορ Vs Mordenkainen (Μεγάλος Τελικός)
Fantasy Wanderer’s Battles ΙΙ
Γράφει ο Λειβαδιώτης Αλέξανδρος
«Πού στο καλό είναι η θέση ΠΣ 18;».
Ο Fantasy Wanderer αναστέναξε κοιτώντας τις μεταλλικές επιγραφές με τη σκαλιστή αρίθμηση, ένθεν κι ένθεν της σκάλας. Γύρω του οι κερκίδες είχαν σχεδόν γεμίσει, καθώς για άλλη μια φορά είχε καθυστερήσει. Έβγαλε από την τσέπη τού χιτώνα του την πρόσκληση και την ξαναδιάβασε.
«Αξιότιμε Φανταστικέ Περιπλανητή,
Θα ήταν μεγάλη χαρά και τιμή, ως διοργανωτής, να παραβρεθείς στον Μεγάλο Τελικό του δεύτερου τουρνουά Fantasy Wanderer’s Battles. Δεκαέξι μάγοι προσκλήθηκαν, μα μόλις δύο κατάφεραν να φτάσουν στην έσχατη μονομαχία για τον τίτλο του πιο ισχυρού λευκού ή γκρίζου μάγου.
Η θέση σου, ΠΣ 18, φυσικά είναι στον τομέα των V.I.P., ανάμεσα σε παλιούς γνώριμους. Για την διευκόλυνσή σου, προτείνω να φτάσεις στην Αρένα αρκετά πριν την έναρξη της μάχης, για να αποφευχθεί οποιαδήποτε ταλαιπωρία.
Με τιμή,
Ε.»
Εδώ πρέπει να είναι ο τομέας των V.I.P… σκέφτηκε και πλησίασε έναν ηλικιωμένο άνδρα που καθόταν με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος.
«Συγγνώμη, παππούλη, εδώ είναι-».
«Παππούλη;!» τον διέκοψε φανερά νευριασμένος και σηκώθηκε. «Παππούλη;! Είναι δυνατόν να αποκαλείς τόσο υποτιμητικά τον τρανό Εμρίς;! Αν είχα το ραβδί μου, τώρα δε θα ήσουν τίποτε άλλο, παρά στάχτη!».
«Συγγνώμη, Μέρλιν. Δε σε αναγνώρισα» απολογήθηκε ο Fantasy Wanderer σκύβοντας το κεφάλι. «Δε θα σε ενοχλήσω άλλο».
«Άκου εκεί παππούλη…» μονολόγησε ο γέροντας και ξαναέκατσε μουτρωμένος στη θέση του.
Είναι λογικό να έχει τα νεύρα του, σκέφτηκε ο Fantasy Wanderer. Κι εγώ έτσι θα ήμουν αν με κατασπάραζαν άγρια θηρία και μου έπαιρναν και το ραβδί.
Κοίταξε γύρω του και είδε τους υπόλοιπους ηττημένους του τουρνουά.
Αφού είναι όλοι εδώ μαζεμένοι πρέπει να πηγαίνω καλά. Ας συνεχίσω και ρωτάω κάποιον άλλον.
Ανέβηκε μερικά σκαλοπάτια κι αφού απέφυγε τελευταία στιγμή να ποδοπατηθεί από τρία τεράστια Τρολ, που κατέβαιναν, μαλώνοντας μεταξύ τους για θέματα μαγειρικής, πλησίασε έναν μαυρομάλλη, θηριώδη άνδρα, ο οποίος γελούσε τρανταχτά, έχοντας στα πόδια του μια όμορφη, κοκκινομάλλα γυναίκα και κρατώντας στο χέρι του μία κεράτινη κούπα μπίρας.
«Συγγνώμη, καλέ μου κύριε, μήπως ξέρεις που είναι η θέση ΠΣ 18;»
Το δυνατό γέλιο σώπασε και ένα φονικό βλέμμα λύγισε τα γόνατα του Fantasy Wanderer, που απλά πισωπάτησε και συνέχισε την πορεία του.
«Άδικος κόπος» άκουσε μια φωνή πίσω του και είδε έναν ξανθό άνδρα να στέκεται όρθιος στα σκαλοπάτια. «Αυτός ο βάρβαρος κάθεται στη θέση μου».
«Να μαντέψω… το όνομα αυτού του “βάρβαρου” είναι Κόναν;».
«Δεν ξέρω, ούτε με νοιάζει!» απάντησε ο άνδρας εκνευρισμένος. «Είναι δυνατόν ένας Μαγκλ να παίρνει τη θέση ενός Λόκχαρτ; Του καθηγητής της Άμυνας Εναντίον των Σκοτεινών Τεχνών; Αλλά δε θα το αφήσω έτσι! Έχω αντιμετωπίσει σκοτεινά πλάσματα που ούτε η φαντασία του καλ-».
«Μπίρα!» Η βαριά φωνή του βάρβαρου και η κεράτινη κούπα που τον πέτυχε στο στέρνο, διέκοψαν την φράση του.
«Και πρέπει επιτέλους να καταλάβει ότι δεν είμαι σερβιτόρος!» είπε ο ξανθός άνδρας κι αφού έμεινε για λίγο να κοιτά τον Κόναν που συνέχιζε να γελά και να μιλά με την γυναίκα, αγνοώντας τον παντελώς, έσκυψε και πήρε την κούπα. «Θα του το πω στην επόμενη» μονολόγησε κι άρχισε να κατηφορίζει.
Ο Fantasy Wanderer κούνησε το κεφάλι και συνέχισε να ανεβαίνει τα σκαλιά.
Έπειτα από μερικές στιγμές και έχοντας απομακρυνθεί γρήγορα από έναν σημαδεμένο, εννιαδάχτυλο άνδρα, που του φώναξε νευριασμένα πότε θα πάρει κι αυτός μέρος στις μάχες, είδε μια γεροδεμένη, πανύψηλη γυναίκα, ντυμένη με καλοραμμένα ρούχα. Στο στήθος της δέσποζε ένας θυρεός με τρεις ήλιους και δύο φεγγάρια.
«Συγγνώμη, αρχόντισσά μου» είπε δειλά ο Fantasy Wanderer, περιμένοντας για άλλη μια φορά κάποιο ξέσπασμα, «μήπως γνωρίζεις που είναι η θέση ΠΣ 18;».
«Φυσικά, ευγενικέ κύριε. Είναι εκείνη εκεί» απάντησε, δείχνοντας με το δάχτυλό της μερικές σειρές πιο πάνω.
Ο Fantasy Wanderer, χαρούμενος και ανακουφισμένος με την ευγένεια της Μπριέν, αναγνωρίζοντάς την από το προηγούμενο τουρνουά, γύρισε το βλέμμα του προς την κατεύθυνση που του έδειχνε και τότε τον είδε, απορώντας με τον εαυτό του πώς δεν τον είχε αντιληφθεί νωρίτερα. Ανάμεσα στο πλήθος ξεχώριζαν τα κατακόκκινα μαλλιά και μούσια του, ενώ η θηριώδης διάπλασή του τραβούσε τα βλέμματα.
Όλαφ… Φυσικά και θα με έβαζε να κάτσω δίπλα του.
Αφού ευχαρίστησε την πολεμίστρια του Ταρθ, ανέβηκε τα σκαλοπάτια και έφτασε στην μικρή εξέδρα, όπου υπήρχαν τρεις πολυθρόνες, με την μεσαία κενή.
Οι φιναλίστ του Fantasy Wanderer’s Battles I σκέφτηκε και προχώρησε. Υποκλίθηκε, περνώντας μπροστά από τον μεγάλο νικητή και βασιλιά της Γκόντορ, και έκατσε στη θέση του.
«Τί θα γίνει;» του είπε ο πορφυροτρίχης βάρβαρος. «Θα τελειώσεις επιτέλους το δεύτερο μέρος της ιστορίας μου;».
Το αυστηρό, γαλάζιο του βλέμμα καρφώθηκε πάνω του, κόβοντάς του την ανάσα. «Πιστεύω μέχρι το τέλος του-» άρχισε να λέει ο Fantasy Wanderer, αλλά η γνωστή, επιβλητική φωνή διέκοψε τη φράση του.
«Κυρίες και Κύριοι. Άνθρωποι, Ξωτικά, Νάνοι αλλά και είδη που έχετε εξαφανιστεί εδώ και χιλιάδες χρόνια. Η ώρα του Μεγάλου Τελικού έφτασε! Οι δύο εναπομείναντες, άξιοι μάγοι θα πολεμήσουν για μία τελευταία φορά». Πανζουρλισμός επικράτησε στις κερκίδες.
«Από τη μία έχουμε τον Άλαντορ Σίλντιμορ!». Χειροκροτήματα και επιδοκιμασίες γέμισαν την Αρένα, καθώς ο ψιλόλιγνος άνδρας με τα μακριά καστανά μαλλιά και τα σκούρα καφέ ρούχα εμφανίστηκε στο ματωμένο χώμα. «Έφτασε ως εδώ νικώντας τον Πάγκ, τον Βίρα Ίνιγκα και τον Ρουνομάγο Όντισον!»
»Από την άλλη έχουμε τον Μορντενκάινεν!» Καινούργια χειροκροτήματα και ρυθμικές φωνές άρχισαν να δονούν τον χώρο, μόλις εμφανίστηκε ο Αρχιμάγο του Γκρέιχοκ. «Κατάφερε να νικήσει τη Μελισάντρε, τον Ισέλιαθ Νοξ και την Γέννεφερ του Βένγκερμπεργκ!» Οι δύο μονομάχοι κοιτάχτηκαν στα μάτια σιωπηλοί. Ο Μορντενκάινεν φάνηκε να λέει κάτι, αλλά ο σαματάς του πλήθος κάλυψε τη φωνή του. Ο Fantasy Wanderer ανακάθισε στην πολυθρόνα του, γεμάτος ενδιαφέρον. «Ας ξεκινήσει ο Μεγάλος Τελικός! Πολεμήστε!»
Συνεχίζει ο Νικόλας Παπακώστας
Η αρένα έβραζε από τον ενθουσιασμό των θεατών καθώς οι δύο μάγοι προετοιμάζονταν για τη μονομαχία τους. Από τη μια πλευρά, ο Μορντενκαϊνεν, γνωστός για την ισχυρή του μαγεία και την εξυπνάδα του, στεκόταν επιβλητικά, ενώ από την άλλη, ο Άλαντορ Σιλντιμόρ, ένας φιλόδοξος μάγος με μακριά, ατημέλητα μούσια, έδειχνε έτοιμος να αποδείξει την αξία του, κυρίως στον εαυτό του. Θα έδειχνε μια και καλή ότι ήταν ο πιο ισχυρός μάγος.
Καθώς οι δύο μάγοι αντάλλαζαν προειδοποιητικά βλέμματα, μια έντονη φωνή ακούστηκε από τις κερκίδες.
«Ε! Άλαντορ! Τράβα ξουρίσου, ρε χλεχλέ! Πώς είσαι έτσι! Κρύψου, ρε, να μη σε βλέπει ο ήλιος!»
Ο Άλαντορ κοίταξε με θυμό τον άντρα, ο οποίος φαινόταν να απολαμβάνει το χάος που προκαλούσε.
Ο Μορντενκαϊνεν, αδιαφορώντας για τις προκλήσεις, σήκωσε το ραβδί του και ξεκίνησε τη μονομαχία με ένα ισχυρό ξόρκι κεραυνού που στόχευε κατευθείαν τον Άλαντορ. Ο Άλαντορ, μη κοιτώντας προς τα εκεί, μόλις και μετά βίας πρόλαβε να αντιδράσει, υψώνοντας ένα προστατευτικό φράγμα από νερό για να απορροφήσει το χτύπημα. Το πλήθος ξέσπασε σε χειροκροτήματα.
«Άλαντορ! Μιας και έβγαλες νερό κάνε και κανένα μπάνιο, ρε βρομύλε! Μέχρι εδώ ζέχνεις!»
Ο Μορντενκαϊνεν ένωσε τα χέρια του και όπως τα άνοιξε, σχηματίστηκε μια πύλη. Από μέσα της βγήκε ένα αγγελικό πλάσμα με φλεγόμενο σπαθί που όρμησε προς το μέρος του.
Ο Άλαντορ ετοιμάστηκε να δημιουργήσει ένα γκόλεμ για να αντιμετωπίσει το πλάσμα, αλλά πριν ολοκληρώσει το ξόρκι του, ένα μπουκάλι ούζο Πλωμαρίου τον χτύπησε στο κεφάλι. Ο άγγελος χτύπησε τον νεαρό μάγο, αναγκάζοντάς τον να υποχωρήσει. Με το ζόρι μπόρεσε να συγκεντρώσει το Χίντο του και να στείλει τον άγγελο πίσω στα υψηλά πεδία.
«Πολύ καλά, Άλαντορ!» φώναξε ο νεαρός από τις κερκίδες, γελώντας κοροϊδευτικά. «ΣΚΙΣΕ ΤΟΝ ΜΟΥΣΑΤΟ ΤΟ ΜΠΙΝΕ! ΚΑΡΑΦΛΕ! ΚΑΡΑΦΛΕ Ε Ε!»
Ο Άλαντορ, αποσυντονισμένος και εξοργισμένος από τις συνεχείς παρενοχλήσεις, άρχισε να χάνει τη συγκέντρωσή του. Η μαγεία του γινόταν όλο και πιο ασταθής, δίνοντας στον Μορντενκαϊνεν περισσότερες ευκαιρίες να επιτεθεί. Ένα ισχυρό ξόρκι πάγου εκτοξεύτηκε από το ραβδί του Μορντενκαϊνεν, δημιουργώντας αιχμηρούς κρυστάλλους που παγίδευσαν τον Άλαντορ μέσα σε έναν παγωμένο κλοιό.
«Μορντι! Κάνε το ξόρκι με το σκυλί γιατί ο Άλαντορ είναι λαγός!» φώναξε ξανά ο ίδιος άντρας, με τη φωνή του να γεμίζει την αρένα.
Ο Μορντενκαϊνεν, αντιλαμβανόμενος την αδικία της κατάστασης, σταμάτησε ξαφνικά την επίθεσή του. Έστρεψε το βλέμμα του προς τις κερκίδες και, με μια κίνηση του χεριού του, εξαπέλυσε ένα ξόρκι τηλεμεταφοράς. Ο νεαρός θαυμαστής εξαφανίστηκε σε μια λάμψη φωτός, μεταφερόμενος σε ένα μακρινό σημείο έξω από την αρένα.
«Αρκετά!» φώναξε ο Μορντενκαϊνεν, η φωνή του γεμάτη αυστηρότητα και εξουσία. «Αυτή η μάχη πρέπει να γίνει δίκαια».
Ο Άλαντορ, τώρα ελεύθερος από τις παρενοχλήσεις, πήρε μια βαθιά ανάσα και συγκέντρωσε ξανά τις δυνάμεις του. Τα μάτια του γέμισαν αποφασιστικότητα καθώς κοίταξε τον Μορντενκαϊνεν. Το κοινό σίγασε, παρακολουθώντας με αγωνία την εξέλιξη της μάχης.
Ο Μορντενκαϊνεν έριξε ένα τελευταίο βλέμμα στις κερκίδες, βεβαιώνοντας ότι ο χώρος ήταν καθαρός από τυχόν άλλες παρεμβολές, και στη συνέχεια επικεντρώθηκε στον αντίπαλό του. Ένας αόρατος αέρας μαγείας άρχισε να περιβάλλει την αρένα, καθώς οι δύο μάγοι ετοιμάζονταν για την επόμενη φάση της μάχης τους.
«Ας το κάνουμε σωστά αυτή τη φορά, Άλαντορ» είπε ο Μορντενκαϊνεν με μια αίσθηση σεβασμού στη φωνή του.
Ο Άλαντορ ανταπέδωσε το βλέμμα, τα μάτια του λάμποντας με αποφασιστικότητα. «Συμφωνώ. Ας δείξουμε στο κοινό τι σημαίνει πραγματική μαγεία».
Οι δύο μάγοι αντάλλαξαν χτυπήματα με μια νέα ένταση. Ο Μορντενκαϊνεν εξαπέλυσε μια σειρά από πυροτεχνήματα, τα οποία ο Άλαντορ απέκρουσε με ένα προστατευτικό πεδίο. Ο Άλαντορ αντεπιτέθηκε με ξόρκια φωτιάς, αλλά ο Μορντενκαϊνεν κατάφερε να τα απορροφήσει με ένα ξόρκι αντιστροφής ενέργειας.
Η αρένα γέμισε από την ένταση της μάχης, καθώς οι δύο μάγοι αντάλλασσαν ξόρκια με απίστευτη ταχύτητα και δεξιοτεχνία. Ο Μορντενκαϊνεν κέρδιζε σταθερά έδαφος, η μαγεία του απίστευτα ισχυρή και καλά ελεγχόμενη. Ο Άλαντορ, αν και έδειχνε σημάδια κόπωσης, πολεμούσε με όλη του τη δύναμη και αποφασιστικότητα.
Καθώς η μάχη συνεχιζόταν, φάνηκε ξεκάθαρα ότι ο Μορντενκαϊνεν είχε το πάνω χέρι. Οι επιθέσεις του ήταν ακριβείς και ακαταμάχητες, ενώ η άμυνά του ήταν άψογη. Ο Άλαντορ έκανε ό,τι μπορούσε για να αντέξει, αλλά κάθε ξόρκι που εξαπέλυε φαινόταν να έχει λιγότερη ισχύ σε σύγκριση με τα επιδέξια χτυπήματα του Μορντενκαϊνεν. Ο Μορντενκαϊνεν προχώρησε με αποφασιστικότητα, γνωρίζοντας ότι ο αγώνας ήταν σχεδόν δικός του. Ωστόσο, παρά την πλεονεκτική του θέση, δεν υποτίμησε ποτέ τον αντίπαλό του.
Αποτέλεσμα πρώτης μέρας ψηφοφορίας: Άλαντορ 32-82 Μορντενκάινεν
Συνεχίζει ο Κωνσταντίνος Αμβράζης
Το μυαλό του Ραντ έφερνε χίλιες στροφές. Δεν είχε αλλάξει κουβέντα με όλους αυτούς γύρω του από τη στιγμή που είχε βρεθεί σε αυτό το καταραμένο μέρος. Αίμα και στάχτες!! Δεν μπορούσε να το εξηγήσει. Κοιτούσε γύρω του να δει ένα σημάδι του Σκοτεινού. Ήταν σίγουρος πως αυτός κρύβονταν πίσω από όλα αυτά. Ακόμα και ο Λουζ Θέριν Τέλαμον, η φωνή στο μυαλό του είχε σωπάσει. Θρηνούσε ακόμα σιωπηλά για το χαμό της γυναίκας του από το κόλπο της μάγισσας που αντιμετώπισε πρόσφατα.
Μόλις η μάχη μπροστά του όμως ξεκίνησε το μυαλό του παρασύρθηκε από όλες τις σκέψεις του και επικεντρώθηκε σε αυτή. Δεν ήταν μάχη όμως αυτή. Έμοιαζε περισσότερο με παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι. Από τη μια, ένας μάγος που δεν γνώριζε. Ήταν ψιλόλιγνος με κάστανα μακριά μαλλιά και κρατούσε ένα βιβλίο στα χέρια του, Άλαντορ Σίλτινορ τον είχαν αναγγείλει. Από την άλλη ένας ψηλός άνδρας με ένα μυτερό μούσι και χωρίς ίχνος μαλλιού στο κεφάλι του. Μορντεκάινεν το όνομα αυτού.
Ο Άλαντορ ήταν σε δύσκολη θέση. Δεν ξεκίνησε καλά η μονομαχία για αυτόν. Κάποια στιγμή η αρένα σείστηκε από μια ομοβροντία κεραυνών που προκλήθηκαν από τον Άλαντορ αλλά αποκρούστηκαν εύκολα από τον καραφλό μάγο ο οποίος είχε ένα μειδίαμα στην έκφραση του.
Μα τον Δημιουργό… σκέφτηκε ο Ραντ, δεν αισθάνομαι κανένα να διαβιβάζει αλλά η δύναμη και των δύο είναι τρομακτική!
Ο Μορντεκάινεν πέρασε στην αντεπίθεση και φώναξε στον αντίπαλο του. «Δεν υπάρχει κεραυνός χωρίς λίγη βροχή! Όξινη καταιγίδα!». Ο ουρανός πάνω από τον αντίπαλο του σκοτείνιασε και μια παχύρρευστη βροχή άρχισε να πέφτει και να καίει ότι έρχεται σε επαφή μαζί της. Ο Άλαντορ προσπάθησε να αποφύγει την επικίνδυνη βροχή που έπεφτε καταπάνω του χωρίς μεγάλη επιτυχία καθώς αρκετές σταγόνες είχαν βρει το στόχο τους και η επαφή τους μαζί του έμοιαζε πολύ επώδυνη. Μάταια προσπαθούσε να βγει από την εμβέλεια αυτής της καταραμένης βροχής μιας και ο μάγος που την είχε δημιουργήσει τον ακολουθούσε όπου κι αν πήγαινε.
Τότε ρίζες εμφανίστηκαν στα πόδια του Μορντεκάινεν και ο αντίπαλος του κατάφερε χωλαίνοντας να βγει από το σύννεφο της όξινης καταιγίδας. Ο Μορντεκάινεν φάνηκε ξαφνιασμένος στην αρχή αλλά γρήγορα το ύφος του έγινε σκληρό και αποφασιστικό. Ο Ραντ παρακολουθούσε με ενδιαφέρον καθώς προσπαθούσε να αποκρυπτογραφήσει την τεχνική των δύο μάγων απέναντι του. Θα μπορούσε άραγε να μάθει κάτι;
Ο Άλαντορ φαινόταν καταβεβλημένος και ο άνθρωπος απέναντι του το ήξερε. Ξαφνικά η αρένα γέμισε με αντίγραφα του Άλαντορ. Μια ντουζίνα πανομοιότυπα αντίγραφα του μάγου ήταν τώρα απέναντι από τον Μορντ. Ο Ραντ γύρισε να κοιτάξει την αντίδραση του άλλου μάγου.
«Επτά Μάτια!» τον άκουσε να φωνάζει και επτά σφαίρες εμφανίστηκαν πάνω από το κεφάλι του.
Τί είναι πάλι τούτο; αναρωτήθηκε ο Ραντ αλλά γρήγορα κατάλαβε ότι με αυτόν το τρόπο ο Μορντεκάινεν μπόρεσε να εντοπίσει τον πραγματικό στόχο μιας και αμέσως μετά μια τεράστια μπάλα φωτιάς εκτοξεύθηκε προς ένα μόνο στόχο κάνοντας τους άλλους να εξαφανιστούν σε μια απελπισμένη προσπάθεια να αμυνθεί ο δημιουργός τούς.
Η αίσθηση του χρόνου φάνηκε να χάνετε προς στιγμήν για τον Ραντ, σαν να μπήκε στιγμιαία στον Τελ’ άραν’ ριόντ, στον Κόσμο του Ονείρου. Ο Άλαντορ βρέθηκε σε διαφορετικό σημείο, μακριά από το σημείο πρόσκρουσης της τεράστιας μπάλας φωτιάς σαν να χρησιμοποίησε κάποιο ξόρκι που να επηρεάζει τον χρόνο. Ο Μορντεκάινεν άρχισε να γελά χαιρέκακα.
«Ωραίο κόλπο, έχω κι εγώ μερικά σαν αυτό! Τηλεμεταφορά!» φώναξε και με μιας βρέθηκε πίσω από τον Άλαντορ και φάνηκε να ψιθυρίζει κάτι. Αυτός έντρομος γύρισε να δει που έχει πάει ο αντίπαλος του και ξαφνικά βρέθηκε να πετάει αρκετά μέτρα μακριά και να κυλά στο πάτωμα της αρένας παλεύοντας να σηκωθεί έχοντας πολλαπλά τραύματα σε όλο του το σώμα. Όλη η αρένα σχεδόν ζητωκραύγαζε αλλά ο Ραντ ήξερε ότι η μάχη είχε δρόμο ακόμα. Αν ήθελε ο Μορντεκάινεν θα την είχε τελειώσει εδώ και τώρα, αλλά από την άλλη ο Άλαντορ φαίνεται πολύ πεισματάρης για να τα παρατήσει.
Αποτέλεσμα δεύτερης μέρας ψηφοφορίας: Άλαντορ 71-160 Μορντενκάινεν
Συνεχίζει ο Βασίλης Κρουστάλης
Ο Άλαντορ ήταν εξαντλημένος, σε αντίθεση με τον αντίπαλό του που έδειχνε να μην έχει κουραστεί καν. Ο Μορντενκάινεν έξυσε την γυαλιστερή του φαλάκρα από αμηχανία.
«Είσαι πολύ αδύναμος, Άλαντορ. Παραδώσου, γιατί θα σε κάνω να υποφέρεις» του φώναξε από μακριά.
Ο Άλαντορ δεν απάντησε. Έπρεπε να σκεφτεί το πιο δυνατό του ξόρκι. Δεν μπορούσε να σκεφτεί καθαρά. Ήταν σε κατάσταση πανικού. Έπρεπε να κερδίσει χρόνο για να ανασυνταχθεί. Ύψωσε την δεξιά γροθιά του και είπε τα κατάλληλα λόγια. Από το πρώτο δαχτυλίδι που φορούσε απελευθερώθηκε ένα τετράμετρο πέτρινο γκόλεμ, από το δεύτερο δαχτυλίδι βγήκε ένας μεγάλος φλεγόμενος φοίνικας και από το τρίτο δαχτυλίδι εμφανίστηκε ένας στρατός αμέτρητων νεκροζώντανων ανθρώπων που κρατούσαν αιχμηρά δρεπάνια στα χέρια τους. Τα δαχτυλίδια του, του προσέφεραν έναν ανίκητο στρατό δίχως να σπαταλήσει την μαγική του ενέργεια.
Ο Μορντενκάινεν χαμογέλασε αυτάρεσκα.
«Άχρηστε. Αυτά είναι παιχνιδάκι για μένα» είπε και ετοιμάστηκε για αντεπίθεση.
Από τα ακροδάχτυλα του δεξιού χεριού του βγήκε ένας τεράστιος λευκός κεραυνός που εξαΰλωσε όλους τους νεκροζώντανους και μετέτρεψε το πέτρινο γκόλεμ σε σκόνη. Ο φοίνικας δέχτηκε μια τρομερά ισχυρή επίθεση πάγου που τον κρυσταλοποίησε. Όταν έπεσε στο έδαφος έγινε δεκάδες κομμάτια.
Ο ορυμαγδός της μάχης είχε προκαλέσει πυκνό νέφος στο κέντρο της αρένας.
«Πού είσαι τσαρλατάνε; Εμφανίσου ανίκανε μάγε» τον διέταξε ο Μορντενκάινεν.
«Πάνω σου κοίτα» άκουσε μια φωνή και κοίταξε προς αυτήν.
Ο Άλαντορ αιωρούταν ψηλά σε θέση μάχης. Τα μάτια του γυάλιζαν από τρέλα. Είχε πάθει αμόκ. Εξαπέλυσε διαδοχικά τις μαγικές του επιθέσεις. Κεραυνοί, μπάλες φωτιάς, βροχή μετεωριτών, στιλέτα πάγου, όξινα κύματα και δηλητηριώδη καρφιά ήταν μερικά απ΄τα ξόρκια που πρόλαβε να διακρίνει ο αντίπαλός του.
Ο Μορντενκάινεν δημιούργησε έναν πρισματικό θόλο για να τον προστατεύσει από αυτή την μαζική επίθεση. Τα ιριδίζοντα χρώματα του θόλου άλλαζαν με κάθε διαφορετική επίθεση που δεχόταν. Ο καραφλός μάγος κατέβαλε μεγάλη προσπάθεια για να μην διαπεραστεί η ασπίδα του. Ξαφνικά το έδαφος κάτω από τα πόδια του άρχισε να δονείτε δυνατά. Μέσα σε δευτερόλεπτα το έδαφος υποχώρησε. Μέσα στην τεράστια λακούβα βρίσκονταν δεκάδες πέτρινές αιχμηρές προεξοχές που θύμιζαν σούβλες, έτοιμες να κομματιάσουν τον Μορντενκάινεν. Εκείνος όμως αιωρήθηκε και παρέμεινε στην θέση του ενώ παράλληλα προσπαθούσε να διατηρήσει σταθερό τον πρισματικό του θόλο. Στο μέτωπό του πετούσαν φλέβες από την ένταση ενώ έσταζε ποτάμι ο ιδρώτας του.
Μετά από λίγα λεπτά οι επιθέσεις του Άλαντορ σταμάτησαν. Στην αρένα δεν είχε μείνει κανένα σημείο που να μην έχει σκαφτεί από το τρομερό μένος του Άλαντορ.
Ο φαλακρός μάγος προσγειώθηκε σε ένα σημείο και κοίταξε το μέρος. Είχε γίνει αγνώριστο. Ο Άλαντορ είχε καθίσει οκλαδόν πολλά μέτρα μακριά και διάβαζε ένα χοντρό βιβλίο.
Ο Μορντενκάινεν σήκωσε ψηλά την γροθιά του και απάγγειλε το αγαπημένο του ξόρκι. Σκοτεινή μωβ ενέργεια άρχισε να στροβιλίζεται άναρχα πάνω στο ορθωμένο του χέρι.
Έκανε τηλεμεταφορά και βρέθηκε αρκετά μέτρα πιο κοντά του. Έπειτα τον σημάδεψε και είπε τρανταχτά: «Αύρα Διαζευξης». Η αιωρούμενη ενέργεια απελευθερώθηκε από το χέρι του και αιωρήθηκε ταχύτατα επάνω στον Άλαντορ. Το σκοτεινό φως που τον έλουσε δεν έδειξε να τον επηρεάζει. Ο μακρυμάλλης μάγος σηκώθηκε όρθιος και ετοιμάστηκε για μάχη.
«Τώρα θα σου δείξω εγ…» τα λόγια του Άλαντορ σταμάτησαν μαχαίρι. Το Άλντιμιδ είχε τυλιχθεί μέσα σε μαγικές φλόγες. Το πέταξε κάτω και εκείνο έγινε στάχτες που εξαφανίστηκαν στον αέρα.
«Τι έκανες; Κατέστρεψες το σπανιότερο βιβλίο μαγείας του Καγάντο. Θα σε κατ… ααααα…» ο Άλαντορ ούρλιαξε από πόνο. Τα δαχτυλίδια του είχαν λιώσει και αυτά από το ίδιο μαγικό ξόρκι.
«Η Αύρα Διάζευξης καταστρέφει οποιοδήποτε μαγικό αντικείμενο κουβαλάει ο αντίπαλος μου. Τώρα είσαι αναγκασμένος να πολεμήσεις μόνο με τις δυνάμεις σου. Έχεις τα κότσια να τα βάλεις με τον λόρδο αρχιμάγο του Γκρέιχοκ;» του είπε ο Μορντενκάινεν και έπλεξε τα χέρια του σαν στάση υπεροχής.
Το βλέμμα του Άλαντορ Σίλντιμορ έσταζε μίσος. Έτρεμε από οργή. Ήταν κουρασμένος και λαβωμένος από τα κτυπήματα του αντίπαλού του αλλά δεν το έβαζε κάτω. Θα νικούσε αυτόν τον αγώνα. Έπρεπε να κερδίσει αυτόν τον αγώνα. Έπρεπε να αποδείξει σε όλους πως ήταν ο δυνατότερος μάγος, όχι μόνο του Καγάντο, αλλά ολόκληρου του πολυσύμπαντος. «Θα βάλω όλο μου το Χίντο (μαγική ενέργεια) στην καταστροφικότερη επίθεσή μου. Θα εξαπολύσω τον Αιώνιο Παγετώνα» είπε ο Άλαντορ και σχημάτισε τέσσερις πορτοκαλί ρούνους στον αέρα.
Αποτέλεσμα τρίτης μέρας ψηφοφορίας: Άλαντορ 106-241 Μορντενκάινεν
Συνεχίζει ο Λάζαρος Λυρώνης
Δείξε την αξία σου! Η αλλόκοσμη φωνή αντήχησε και πάλι στο μυαλό του Μορντενκάινεν.
Αυτό σκοπεύω να κάνω, Μπόκομπ.
Ο Αρχιμάγος μειδίασε και υψώνοντας τη μαγική ράβδο του, αιωρήθηκε εκ νέου, μερικά πόδια από το έδαφος. Σταμάτησε και σκούπισε με την ανάστροφη της παλάμης του, τον ιδρώτα από το μέτωπό του. Έσμιξε τα φρύδια και εστίασε το βλέμμα του στον φανερά καταβεβλημένο αντίπαλο του, που εκείνη τη στιγμή σχημάτιζε στον αέρα τέσσερις πορτοκαλί ρούνους.
Ο Άλαντορ, στιγμές πριν, τον είχε απειλήσει πως θα εξαπέλυε εναντίον του την καταστροφικότερη επίθεση του, τον “Αιώνιο Παγετώνα”, όπως την είχε αποκαλέσει. Συγκεντρώθηκε. Συλλάβιζε βαρύτονα μαγικές λέξεις και φράσεις αλλοτινών εποχών, καθώς μια γαλάζια ενέργεια σχηματιζόταν γύρω του. «Υδάτινη Αύρα» κατέληξε αποφασιστικά, τινάζοντας παράλληλα ψηλά, τη ράβδο του στον αέρα. Ο ενεργειακός δακτύλιος έλαμψε εκτυφλωτικά και περιστράφηκε γύρω του, διαγράφοντας ελικοειδή τροχιά. Μανιασμένα ενεργειακά κύματα κινήθηκαν σπειροειδώς, συγκρούστηκαν και τελικά συγχωνεύτηκαν μεταξύ τους, προστατεύοντας πίσω από την αντάρα τους, τον Αρχιμάγο.
«Αυτός είναι ο Αιώνιος Παγετώνας!» άκουσε τον Άλαντορ να ουρλιάζει με λύσσα. Οι μαγικοί ρούνοι του μακρυμάλλη μάγου, απελευθέρωσαν όλη την ενέργειά τους. Μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα το κλίμα της αρένας άλλαξε άρδην. Η ατμόσφαιρα ολόγυρα έγινε ψυχρή, ενώ δριμύ κρύο εμφανίστηκε απότομα και σάρωσε τα πάντα. Όλος ο χώρος μεταμορφώθηκε σε ένα μεγάλο νεκροταφείο πάγου καθώς ο “Αιώνιος Παγετώνας” αποκάλυπτε σιγά – σιγά τα “σουβλερά δόντια” του. “Δόντια” που έσκασαν με ακατάσχετη μανία πάνω στην προστατευτική αύρα του Αρχιμάγου και αφού πάλεψαν με την υδάτινη ενεργειακή αντάρα, θρυμματίστηκαν τελικά εύκολα, δίχως να τον βλάψουν.
Σε ευχαριστώ, Μπόκομπ.
Ο Μορντενκάινεν προσγειώθηκε στο παγωμένο έδαφος και πήρε αμυντική στάση. Προστατευμένος απόλυτα πίσω από τη μαγική αύρα του, περίμενε καρτερικά. Πέρασαν αρκετά λεπτά, για να καταλαγιάσει η επέλαση του “Αιώνιου Παγετώνα”. Χρόνος απαραίτητος, τόσο για την αρένα, που επανήλθε στην πρότερη κατάσταση της, όσο και για τους θεατές που ξαναβρήκαν τη μιλιά τους και επανήλθαν ζωηρότεροι με κραυγές και αλαλαγμούς.
«Ώστεεε αυτή ήταν η καταστροφικότερη επίθεση σου μάγιστρε;» κάγχασε με ειρωνεία ο Μορντενκάινεν, βλέποντας το γονατισμένο αντίπαλο του, ξέπνοο και αδύναμο.
«Πώς… Πώς είναι δυνατόν…» ψέλλισε άτονα ο Άλαντορ και απίθωσε τις γροθιές του στο έδαφος. «Τί… τί μαγική αύρα είναι αυτή…;» τραύλισε φοβισμένα.
Ο Μορντενκάινεν αναστέναξε. «Αύρα προστασίας, με τις δυνάμεις των τεσσάρων στοιχείων της φύσης, Άλαντορ. Η πιο ισχυρή! Σήκω πάνω και δείξε μου τι άλλο μπορείς να κάνεις ως μάγος!» πρόσταξε με πυγμή τείνοντας τη μαγική ράβδο προς το μέρος του.
«Καταραμέεενε! Καταραμένε Μορντενκάινεν!» κραύγασε αγριεμένα ο Άλαντορ. Με υπεράνθρωπη προσπάθεια, κατάφερε να σταθεί όρθιος και τρέκλισε προς τα πίσω. «Είμαι ο… είμαι ο δυνατότερος μάγος, όχι μόνο του Καγάντο, αλλά και ολόκληρου του πολυσύμπαντος» ούρλιαξε μανιασμένα. «Πέθανεεε!» γρύλισε, καθώς έτεινε τα ακροδάχτυλα του δεξιού του χεριού, προς το μέρος του. Πέντε φλεγόμενα βέλη εκτοξεύτηκαν ταυτόχρονα, με αστραπιαία ταχύτητα.
«Πύρινη Αύρα» διεμήνυσε εμφατικά ο Μορντενκάινεν. Σχεδόν ακαριαία, η γαλάζια υδάτινη αντάρα υπάκουσε, έλαμψε και χρωματίστηκε πορφυρά. Το άλικο ενεργειακό δαχτυλίδι, με το στοιχείο της φωτιάς στα σπλάχνα του, προστάτεψε και πάλι τον Αρχιμάγο.
«Δεν μπορείς! Δεν μπορείς να με νικήσεις, Άλαντορ! Δεν είσαι άξιος…» αναφώνησε ο Μορντενκάινεν, τείνοντας τα ακροδάχτυλα του αριστερού του χεριού, εναντίων του. «Καλειδοσκοπική Επέλαση» κατέληξε με σθένος.
Μία δέσμη αστραφτερού καλειδοσκοπικού φωτός ξεχύθηκε από το ορθωμένο χέρι του Αρχιμάγου και χτύπησε τον αδύναμο αντίπαλο του, που άσθμαινε λες και πνιγόταν.
Μέσα σε μια στιγμή, ο Άλαντορ, περιλούστηκε από το εκτυφλωτικό φως και μουγκρίζοντας από αφόρητους πόνους, τελικά κατέρρευσε άτσαλα στο έδαφος.
«Σήκω πάνω Άλαντορ!» διέταξε περιπαικτικά, ο Αρχιμάγος Μορντενκάινεν. «Για πες μου λοιπόν, πόση μαγεία εξανεμίστηκε και χάθηκε για πάντα, μέσα στους δαίδαλους του μυαλού σου;».
Ο μακρυμάλλης μάγιστρος, κατέβαλε κάθε ικμάδα δύναμης και ανασήκωσε το κορμί του, στηριζόμενος στα γόνατα. Σήκωσε το βλέμμα και τον κοίταξε με ένα βλέμμα απελπισίας. Ο πόνος και η εξάντληση τον είχαν καταβάλει, καθώς το στήθος του ανεβοκατέβαινε πλέον με δυσκολία.
«Κα-τα-ρα-μέ-νε…. Τί μου έκανες…» τραύλισε κοφτά, ασθμαίνοντας, ενώ δάκρυα έτρεχαν στο πρόσωπο του.
«Σήκω πάνω, είπα!» κραύγασε επιτακτικά ο Μορντενκάινεν και βάδισε προς το μέρος του. «Απόκοσμη Κυριαρχία!» βροντοφώναξε με τη στεντόρεια φωνή του, τινάζοντας ταυτόχρονα την αριστερή του παλάμη προς τον ουρανό.
Ο Άλαντορ, εστίασε μέσα από τα δακρυσμένα του μάτια. Μάταια προσπάθησε να διακρίνει τη φιγούρα του αντιπάλου του, ανάμεσα στο μαγικό πέπλο ομίχλης, που απλώθηκε γύρω τους. Όρθωσε αδύναμα το δεξί του χέρι και έδειξε προς το μέρος που πίστευε εκείνη την ώρα πως βρίσκονταν εκείνος. «Βέλος Ενέρ…-» προσπάθησε να απαντήσει. Δεν ολοκλήρωσε το ξόρκι. Η πυκνή ομίχλη διαλύθηκε απότομα. Σάστισε. Βλεφάρισε και κούνησε με άρνηση το κεφάλι του αριστερά δεξιά.
«Τί έπαθες μπάσταρδε; Φοβάσαι;» αναρωτήθηκε αυτάρεσκα, ο Μορντενκάινεν.
Ο Άλαντορ πάγωσε. Το λόγια βγήκαν με δυσκολία από τα χείλη του. Λύγησε και ξάπλωσε ανάσκελα.
«Έλντεθριν Θόλνταρ; Είναι δυνατόν;» τραύλισε με τρόμο, καθώς συνέχισε να βλεφαρίζει έντονα.
«Ναι, άχρηστε! Εγώ είμαι!» αποκρίθηκε αυστηρά ο Μορντενκάινεν, ο οποίος είχε πάρει πλέον τη μορφή, ενός ευτραφή μεσήλικα μάγου.
«Εσύ; Εσύ ήσουν λοιπόν απέναντι μου τόση ώρα;»
Ο Μορντενκάινεν κάγχασε, αναμένοντας τούτη την προφανή ερώτηση. Το πανίσχυρο ξόρκι του, τον είχε μεταμορφώσει στα μάτια του αντιπάλου του, στη θανάσιμη Νέμεσι του.
«Εγώ φυσικά! Εγώ ήμουν, που απέδειξα μπροστά σε όλο τον κόσμο, πόσο τελικά, ανίκανος είσαι!».
Μπόκομπ… Πόσο πολύ τον τρέμει… Πόσο πολύ φοβάται…
«Όχι! Όχι Έλντεθριν Θόλνταρ!» κλαψούρισε με λυγμούς ο Άλαντορ, σηκώνοντας ταυτόχρονα το δεξί του χέρι, για να προστατευτεί.
Ο Αρχιμάγος Μορντενκάινεν γέλασε σαρδόνια. «Η σχολή μαγείας στην Ίλντινσιρ, τίποτα δεν σου έμαθε τελικά, τσαρλατάνε!».
Ο έντονος τρόμος, φάνηκε να αφυπνίζει προς στιγμήν, το σώμα του πεσμένου μάγου. Ο Άλαντορ ρίγησε και πανικοβλήθηκε. Το ψιλόλιγνο σώμα του, τραντάχτηκε βίαια. Γύρισε μπρούμυτα. Αναφιλητά μπλέχτηκαν μαζί με βογγητά πόνου και άναρθρες κραυγές πανικού. Τα γόνατα του σκίστηκαν από την υπερπροσπάθεια να συρθεί μακριά. Οι ρόμπες του μάτωσαν, από την αγωνία να γλυτώσει την ζωή του.
Ο Αρχιμάγος Μορντενκάινεν, μειδίασε με ευχαρίστηση, παρακολουθώντας βουβός, την εξέλιξη της κυριαρχίας του, πάνω στο μυαλό του αντιπάλου του.
Μπόκομπ βοήθησε με.
Ύψωσε το αριστερό του χέρι. Συλλάβισε έντονα τις μαγικές λέξεις. Ένα σκοτεινό μαύρο φως, αναδύθηκε ανάμεσα στην ορθωμένη του παλάμη και εξαπλώθηκε στα ακροδάχτυλα του. «Η δύναμη της ζωής, να κατατροπωθεί και ο θάνατος, στη θέση της να επιβληθεί!» γρύλισε ο Μορντενκάινεν. «Θάνατος!» κατέληξε στεντόρεια, καθώς τίναξε τη ζοφερή μαύρη ενέργεια, προς τον αντίπαλο του.
Η μαγική αύρα εξαπλώθηκε ταχύτατα στον χώρο, χτύπησε τον πανικόβλητο Άλαντορ και έκλεισε αμετάκλητα γύρω του. Ρούφηξε αχόρταγα και στράγγιξε βίαια τη ζήση του. Το αργόσυρτο ουρλιαχτό πόνου του, έσβησε. Σπαρτάρησε σπασμωδικά έως ότου έμεινε ακίνητος.
Μπόκομπ, σε ευχαριστώ.
Ο Αρχιμάγος Μορντενκάινεν κοίταξε με ικανοποίηση, τον νεκρό Άλαντορ. Πήρε μια βαθιά ανάσα. Τερμάτισε την προστατευτική του αύρα και γύρισε προς το πλήθος που επευφημούσε το όνομα του.
Τελικό αποτέλεσμα: Άλαντορ 140-307 Μορντενκάινεν
Συνεχίζει ο Χρήστος Κεσκίνης
Μόλις ο Μεγάλος Τελικός έφτασε στη λήξη του, όλοι οι θεατές ξέσπασαν σε χειροκροτήματα. Το θέαμα ήταν αντάξιο των μάγων που πήραν μέρος και όλοι έμειναν ευχαριστημένοι. Όλοι; Δύο μορφές στις κερκίδες περνούσαν σπρώχνοντας στο πλήθος, προσπαθώντας να φτάσουν στην πύλη που οδηγεί προς την αρένα.
«Είδες κι εσύ, όπως κι εγώ, τι έπαθε ο Μάγος στον ημιτελικό» είπε το Ξωτικό προσπαθώντας να πείσει τον Νάνο να κάτσουν στις θέσεις τους. «Γιατί είσαι τόσο ξεροκέφαλος;»
«Είσαι τελείως χαζός; Βλέπεις εκείνον τον μαυρομάλλη βάρβαρο; Ονομάζεται Κόναν» απάντησε ο Νάνος. «Στο προηγούμενο τουρνουά έχασε τη ζωή του από τον νικητή του τελικού… κι όμως, λίγες μόλις ώρες αργότερα μονομαχούσε με άλλους αντιπάλους που επίσης είχαν χάσει τη ζωή τους, κατακτώντας τελικά την τρίτη θέση. Και μετά…»
«Τι είναι αυτά που λες; Πότε έγιναν όλα αυτά; Πρώτη φορά γίνεται τέτοιο τουρνουά…» προσπάθησε να μιλήσει ψύχραιμα το Ξωτικό. «Γι’ αυτό ήταν τόσο σημαντικό για τον Όντινσον να πάρει μέρος».
«Μην είσαι ανόητος, Αυτιά! Δες την πρόσκλησή σου!»
Το Ξωτικό έβγαλε βιαστικά ένα χιλιοδιπλωμένο χαρτί από την εσωτερική τσέπη του δερμάτινου πανωφοριού του:
“Αξιότιμε Ήρωα,
Θα ήταν μεγάλη χαρά και τιμή να παραβρεθείς στον Μεγάλο Τελικό του δεύτερου τουρνουά Fantasy Wanderer’s Battles. Δεκαέξι μάγοι προσκλήθηκαν, μα μόλις δύο κατάφεραν να φτάσουν στην έσχατη μονομαχία για τον τίτλο του πιο ισχυρού λευκού ή γκρίζου μάγου.
Η θέση σου, ΚΧ 23, βρίσκεται δίπλα στον τομέα των V.I.P., ανάμεσα σε παλιούς γνώριμους. Με την παρούσα πρόσκληση έχεις δικαίωμα για ένα δωρεάν ποτήρι μπίρας. Για την διευκόλυνσή σου, προτείνω να φτάσεις στην Αρένα αρκετά πριν την έναρξη της μάχης, για να αποφευχθεί οποιαδήποτε ταλαιπωρία.
Με τιμή,
F.”
Κοίταξε προς τον φίλο του, είδε ότι εκείνος είχε απομακρυνθεί και πάλι και πλησίαζε τις V.I.P. θέσεις στο κέντρο της Αρένας.
«Όσο και αν με πονάει, ο Ρουνομάγος Όντινσον είναι νεκρός» είπε πιάνοντας τον Νάνο από τον ώμο.
Ο Νάνος κοντοστάθηκε και κατέβασε το βλέμμα του. Δεν μπορεί να είναι αλήθεια. Δεν είναι δυνατόν ο Μάγος να είναι νεκρός.
«Το είδα στον ύπνο μου, αλλά ξέρω ότι έχω δίκιο! Όπως λέει τόσο η δική σου πρόσκληση, όσο και η δική μου, αυτό είναι το δεύτερο τουρνουά Fantasy Wanderer» γρύλισε και συνέχισε να προχωράει, λες και αυτό απαντούσε σε όλα τα ερωτήματα.
«Μα… Κατάλαβε επιτέλους πως αυτό που λες δεν έχει κανένα νόημα» προσπάθησε ξανά το Ξωτικό, χωρίς κανένα αποτέλεσμα.
«Όχι. Το ένστικτό μου μού λέει πως έχω δίκιο. Και αυτός ο βάρβαρος είναι αυτός που λέω. Ε… Ψηλέ! Πώς σε λένε;» φώναξε προς τον βάρβαρο που βρισκόταν λίγα διαζώματα χαμηλότερα. Εκείνος, ενοχλημένος κοίταξε προς το μέρος τους, σκούπισε την μπίρα που έτρεχε από τα χείλη του και σηκώθηκε.
«Είμαι ο Κόναν ο Κιμμέριος, ξένοι» είπε και σήκωσε την κούπα του συνεχίζοντας να πίνει και αδιαφορώντας για όλα τα υπόλοιπα. Αγκάλιασε μάλιστα και μία κοκκινομάλλα που κάθισε στα πόδια του γελώντας. Ένας ακόμη ημίγυμνος βάρβαρος που καθόταν δίπλα του κρατώντας ένα σφυρί κοίταξε τους δύο συντρόφους άγρια και ετοιμάστηκε να τους ζητήσει τον λόγο. Παρά το γεγονός πως κανένας από τους θεατές δεν επιτρεπόταν να φέρει μαζί του όπλο, στις θέσεις V.I.P. αυτός ο κανόνας φαινόταν να μην ισχύει. Άλλος με τη σφύρα του, άλλος με το κατάμαυρο σπαθί του, άλλος με τα βέλη και το τόξο του, όλοι τους έμοιαζαν να λάμπουν από τη λάμψη των Ηρώων.
«Εντάξει πέτυχες τον Κόναν» είπε το Ξωτικό. «Σιγά, όλοι οι βάρβαροι στις μέρες μας Κόναν ονομάζονται! Μέχρι και τον Βάρβαρο φίλο μας έτσι τον φώναζες στις αρχές!»
Τότε τους πλησίασε μία μορφή λίγο ψηλότερη από τον Νάνο και τους χαιρέτησε εγκάρδια.
«Γεια και χαρά σας Άρχοντες. Είμαι ο Fantasy Wanderer και παρά τη διακριτικότητά μου άκουσα μέρος της συζήτησής σας. Νομίζω ότι ο άρχοντας Νάνος έχει δίκιο. Ας πάμε σε ένα πιο ήσυχο μέρος για να σας εξηγήσω.»
Οι δύο φίλοι ακολούθησαν τον κατά τα φαινόμενα διοργανωτή των αγώνων ελπίζοντας να πάρουν απάντηση σε κάποιες από τις ερωτήσεις που κατέκλυζαν το μυαλό τους. Βρέθηκαν μέσα από μια πέτρινη πύλη στα δώματα κάτω από την Αρένα και μετά από έναν μεγάλο διάδρομο, που φωτιζόταν από μερικές δάδες στους τοίχους, ο σιωπηλός οδηγός τους σταμάτησε.
«Κάπου εδώ νομίζω είναι» είπε και μύρισε τον αέρα. «Πάντα εμπιστεύομαι τη μύτη μου, όταν δε βρίσκω τον δρόμο». Απότομα έστριψε και βρέθηκαν μπροστά σε δύο ξύλινες πόρτες. Έβγαλε μία μεγάλη αρμαθιά κλειδιά από τον μανδύα του και άνοιξε την πόρτα στα δεξιά τους.
«Μου έδωσαν αυτά τα κλειδιά καθώς έμπαινα στην αρένα. Στο ταμπελάκι πάνω τους γράφουν ένα όνομα που ίσως σας φανεί…»
«ΟΝΤΙΝΣΟΝ!» ούρλιαξε ο Νάνος. «Το ήξερα!»
«Μα πώς; Είδαμε χιλιάδες λεπίδες να…» ξεκίνησε να λέει το Ξωτικό μα ανασήκωσε τους ώμους του αδιαφορώντας. Τι σημασία είχε; Οι Θεοί τον είχαν σώσει και ήταν εδώ μπροστά τους αλώβητος.
Μετά τις απαραίτητες αγκαλιές Νάνος, Ξωτικό, Μάγος και φυσικά ο Fantasy Wanderer συνέχισαν να προχωράνε στους διαδρόμους κάτω από τις κερκίδες. Γύρω τους αγάλματα και πίνακες αναπαριστούσαν πολεμιστές και ήρωες άλλων εποχών.
Ο Νάνος κοιτούσε καχύποπτα τον Fantasy Wanderer, σημειώνοντας νοητά να ζητήσει αργότερα κάποιες εξηγήσεις. Τώρα όμως δεν τον ένοιαζε και τόσο. Ο Μάγος ήταν ζωντανός!
«Και τώρα, μια και βρεθήκαμε όλοι εδώ, τι θα λέγατε για το V.I.P. γλέντι;» είπε γελώντας ο Fantasy Wanderer και πλησίασε μια πύλη γεμάτη χρυσές λεπτομέρειες. Μόλις την άνοιξαν, δύο τεράστια Ορκ, ντυμένα με την τελευταία λέξη της μόδας, τους έκλεισαν τον δρόμο. Νάνος και Ξωτικό ετοιμάστηκαν για μάχη, αν και άοπλοι, μα ο Μάγος γέλασε και απλά έβγαλε ένα χαρτί από τον μανδύα του.
“Αξιότιμε Μάγε,
Θα ήταν μεγάλη χαρά και τιμή να παραβρεθείς στην αίθουσα δεξιώσεων μετά το δεύτερο Fantasy Wanderer’s Battles. Μπορείς να φέρεις μαζί σου και όσους φίλους σου θέλεις, αρκεί να είναι Φανταστικοί Ήρωες. Ας τιμήσουμε όλοι μαζί τον Μεγαλύτερο Μάγο και ας πιούμε μαζί του.
Ανάλογα με τη θέση που κατέκτησες, η θέση σου θα είναι μόλις δύο θέσεις μακριά από το κέντρο και τον Θρόνο στο Τραπέζι των Μάγων. Κατανοούμε πως είναι αδύνατο να σταθείς εκεί όλο το βράδυ, αλλά καλό θα είναι να κάτσεις εκεί μέχρι να αρχίσει έστω το γλέντι.
Με τιμή,
N.
ΥΓ: Για ευνόητους λόγους, θα παραλάβετε όλοι τα όπλα σας στο τέλος του πάρτι.”
«Κάτι κέρδισα τελικά από όλο αυτό» είπε ο Μάγος.
«Ποιοι σκατά είναι όλοι αυτοί; F., N. η δική μου πρόσκληση για την αρένα έχει υπογραφή Α.» ξέσπασε ο Νάνος. «Ήθελα να ήξερα τι παιχνίδι παίζουν στην πλάτη μας».
«Ηρέμησε φίλε μου» είπε μια φωνή πίσω τους. «Αλλιώς θα γεράσεις γρήγορα! Και η δική μας Α. λέει. Είμαι σίγουρος πως θα τα μάθουμε όλα αργά ή γρήγορά.»
Ο Βάρβαρος και η Βαλέρια τους έσπρωξαν και μπήκαν μαζί τους πιασμένοι χέρι-χέρι, γελώντας. Η μπίρα ήδη έρεε στα τραπέζια και αυτό τους έκανε όλους να κάτσουν ευθύς στις θέσεις τους. Νάνος, Ξωτικό, Βάρβαρος και Βαλέρια βρήκαν καθίσματα σε ένα απομονωμένο τραπέζι παρέα με έναν περίεργο πειρατή, με ένα πλουμιστό κόκκινο φτερό στο καπέλο του, καθώς και ένα θηλυκό μισοξωτικό, με εβένινο δέρμα και βιολετί μάτια. Ντυμένοι και οι δύο με πολύχρωμα πουκάμισα. Σύντομα οι μπίρες έλυσαν τις γλώσσες και κάθε ένας με τη σειρά του έλεγαν τις περιπέτειές τους, πάντα με μια δόση υπερβολής.
Ο Μάγος πήρε θέση στο κεντρικό τραπέζι, δίπλα στον μάγο που τον είχε νικήσει στον ημιτελικό.
«Άλαντορ! Τιμή μου να χάσω από εσένα» είπε και προσπάθησε να σταματήσει το ρέψιμο που του ήρθε από την μπίρα που μόλις είχε κατεβάσει μονορούφι, μέχρι να κάτσει. Ο Άλαντορ αποδέχτηκε την τιμή, μα γύρισε από την άλλη με πρόσωπο γεμάτο αποστροφή.
Ήρωες που δεν ήξερε, μα και άλλοι πολύ γνωστοί γλεντούσαν ήδη με την ψυχή τους. Θεοί από μύθους, άγνωστοι σε όλους ή και οι ίδιοι οι θρυλικοί Έσιρ, βρίσκονταν ανάμεσά τους.
Τότε η πόρτα πίσω από το κεντρικό τραπέζι άνοιξε και μπήκε μέσα ο ίδιος ο Μεγάλος Νικητής, Μορντενκάινεν. Μεγαλοπρεπής με… μαγικό τρόπο, περπάτησε αργά καθώς πόρτα έκλείνε πίσω του. Αμέσως η επιβλητική φωνή που όλοι αναγνώρισαν, αλλά κανένας δεν μπορούσε να κάνει εικόνα το πρόσωπο που την κατείχε, ξεκίνησε να ακούγεται. «Και τώρα που ο Μορντεκάινεν βρίσκεται ανάμεσά μας, η αναζήτηση για τον Εκλεκτό Μάγο τελείωσε. Κάτσε δίπλα στον Άραγκορν, εκλεκτέ. Σειρά έχουν οι υπόλοιποι… Μα αυτό είναι μια άλλη ιστορία και βλέπω πως κανένας σας δεν θέλει να ακούσει βαρετές ιστορίες. Μέχρι την επόμενη φορά, ας γλεντήσουμε λοιπόν».
Το σχόλιου του Fantasy Wanderer:
“Φτάσαμε στο τέλος του Fantasy Wanderer’s Battles II με έναν επικό Μεγάλο Τελικό και ρεκόρ συμμετοχών με 447 ψήφους!!!”
Νομίζω οι παραμυθάδες παραπάνω, μας έδωσαν μια λεπτομερέστατη εικόνα για το τί ακριβώς συνέβη στον Μεγάλο Τελικό. Οπότε, εγώ, ως Fantasy Wanderer, θα ήθελα να ευχαριστήσω μέσα από την καρδιά μου όλους όσοι στήριξαν και συμμετείχαν στο δεύτερο Τουρνουά, όπως επίσης τον κάθε παραμυθά ξεχωριστά που αφιέρωσε χρόνο και κόπο για τις περιγραφές αυτών των μαγικών μονομαχιών. Μπορεί το Fantasy Wanderer’s Battles II να τελείωσε, αλλά δεν είναι το τέλος…
Καλή συνέχεια στις περιπέτειές σας, ταξιδευτές!
Κανόνες των Fantasy Wanderer’s Battles
Κάθε Τρίτη και Παρασκευή θα ανεβαίνουν δύο μονομαχίες με τέσσερις από τους 16 φανταστικούς ήρωες και θα έχετε 48 ώρες για να ψηφίσετε τον αγαπημένο σας. Η έκβαση των μαχών θα εξαρτάται εξ’ ολοκλήρου από τις ψήφους σας, ακόμα και τις διακυμάνσεις τους κατά τη διάρκεια των δύο ημερών, και το αποτέλεσμα της κάθε μονομαχίας θα ανακοινώνεται με περιγραφή της μάχης, από τις πένες των παραμυθάδων Δημήτρη Κολοβό, Βασίλη Μέγα, Βασίλη Κρουστάλη, Λάζαρο Λυρώνη, Νικόλα Παπακώστα, Κωνσταντίνο Αμβράζη, Χρήστο Κεσκίνη και Λειβαδιώτη Αλέξανδρο. Δικαιούστε να ψηφίζετε μόνο μία φορά ανά μονομαχία, αλλά φυσικά μπορείτε να ζητάτε από γνωστούς και φίλους να στηρίξουν τον αγαπημένο σας ήρωα. Σε περίπτωση ισοψηφίας, τότε το αποτέλεσμα καθορίζεται από την αντικειμενική κρίση των συγγραφέων, αφήνοντας στην άκρη συναισθηματισμούς και συμπάθειες και εξετάζοντας καθαρά την πολεμική ικανότητα του κάθε ήρωα. Οι περιγραφές των μονομαχιών θα αναρτώνται στο blog του Fantasy Wanderer. Μην ξεχνάτε, όμως, καθ’ όλη τη διάρκεια των δύο ημερών της ψηφοφορίας, θα υπάρχουν προσφορές σε επιλεγμένα βιβλία των εκάστοτε ηρώων. (Δημιουργείστε χαρακτήρα για να μη χάνετε τα XP των αγορών σας)
No Comments
Sorry, the comment form is closed at this time.