FWB2: Αποτέλεσμα Gandalf the Grey Vs Elminster Aumar (Φάση των 16)
Fantasy Wanderer’s Battles ΙΙ
Γράφει ο Δημήτρης Κολοβός
Ήταν 3 Οκτωβρίου, λίγο μετά τα μεσάνυχτα. Ο Γκάνταλφ ξαπόσταινε στα ερείπια του πύργου του Άμον Σουλ, καταπονημένος ψυχή και σώματι, έχοντας καταφέρει να απωθήσει τον Μάγο-Βασιλιά και τα υπόλοιπα δαχτυλιδοφαντάσματα. Ήξερε ότι το Σκοτάδι τον πλησίαζε και ήταν προετοιμασμένος. Διαφορετικά, δεν θα είχαν τα πράγματα τέτοια έκβαση. Οι δυνάμεις του είχαν μεν εξαντληθεί, αλλά γνώριζε ότι δεν θα τον πλησίαζαν ξανά για τις επόμενες μέρες. Μπορούσε, επιτέλους, να χαλαρώσει. Έβγαλε την πίπα του και άρχισε να την καθαρίζει. Λάτρευε την διαδικασία αυτή, καθώς τον οδηγούσε στην αγαπημένη του ασχολία, το κάπνισμα του απολαυστικού πιπόχορτου του Λονγκμπότομ. Δε μπορούσε, όμως, να εφησυχάσει. Τα πιόνια κινούνταν πολύ γρήγορα στο ταμπλό και δεν είχε πολύ χρόνο για χάσιμο. Άρχισε να γεμίζει την αυτοσχέδια του πίπα και ξεκίνησε να φουμάρει το γλυκό καπνό. Χαμογέλασε, νιώθοντας να του καίει, ευχάριστα, το λαιμό.
Ο Σάουρον είχε ανακτήσει τις δυνάμεις του σε μεγάλο βαθμό και φαινόταν πως είχε βρει και γρήγορα συμμάχους, φέρνοντας τη Γκόντορ σε μειονεκτική θέση. Πόσο θα κρατούσαν ακόμα οι άμυνες της Λευκής Πόλης; Η Οσγκίλιαθ δεν μπορούσε να αντέξει συνεχόμενες επιθέσεις για πολύ καιρό. Και η βοήθεια από τους Νάνους και τα Ξωτικά, λογικά, θα ήταν μηδαμινή, αν ήξερε καλά τη λογική των Πρωτογέννητων και των παιδιών του Άουλε. Το Ένα Δαχτυλίδι είχε βρεθεί και οι ισορροπίες, πλέον, ήταν πολύ ευαίσθητες. Η πλάστιγγα είχε αρχίσει να γέρνει προς την πλευρά του Σκοτεινού Άρχοντα. Έπρεπε να επέμβει, να καταστρώσει ένα σχέδιο, να ενώσει τους Ελεύθερους Λαούς. Το Λευκό Συμβούλιο έπρεπε να αναλάβει δράση. Και τότε, οι σκέψεις του διακόπηκαν απότομα.
Ένιωσε μια περίεργη αύρα στον αέρα, σαν κάτι να διαστρέβλωσε την πραγματικότητα, να διαπέρασε το πέπλο του κόσμου του. Ανήσυχος, σηκώθηκε αφήνοντας την πίπα του σε ένα βράχο φαγωμένο από τα χρόνια, έπιασε τη ράβδο και το σπαθί του, το Γκλάμντρινγκ, το ξίφος του βασιλιά Τούργκον της Γκόντολιν. Όσο αθόρυβα μπορούσε, προχώρησε αργά προς τον εξωτερικό περίβολο των ερειπίων του πύργου και κοίταξε το αχανές σκοτάδι, μυρίζοντας τον αέρα. Η όσφρηση, πάντα, μπορούσε να δώσει απαντήσεις εκεί που άλλες αισθήσεις υστερούσαν. Δεν οσμίστηκε Σκοτεινιά, αλλά προς έκπληξη του νότες πιπόχορτου έφτασαν στη μύτη, πολύ διαφορετικού από οποιοδήποτε άλλο είχε μυρίσει.
«Συγγνώμη, πού βρίσκομαι;» ακούστηκε μια φωνή πίσω και ο Γκάνταλφ γύρισε απότομα, μην ξέροντας τι θα αντικρύσει και βλαστημώντας που πιάστηκε, σχεδόν, στον ύπνο. Δεν έπρεπε να είχε χαλαρώσει τόσο. Ξαφνιάστηκε και παραλίγο να πέσει η ράβδος του στο πέτρινο δάπεδο, που κάποτε αποτελούσε το προαύλιο του πύργου της Κορυφής των Καιρών. Στην αρχή, νόμιζε πως αντίκρυσε τον Σάρουμαν τον Λευκό. Ωστόσο, το πρόσωπο του τού ήταν άγνωστο. Ξεκάθαρα, βρισκόταν μπροστά του κάποιος μάγος. Γι’ αυτό μπορούσε να είναι σίγουρος. Δεν ήταν, όμως, από τον κόσμο αυτό.
Παίρνοντας μια βαθιά ανάσα, ο Γκάνταλφ, αποκρίθηκε: «Βρίσκεσαι στη Μέση-γη, μάγε. Αλλά δεν είσαι ευπρόσδεκτος. Αρκετά προβλήματα έχει αυτός ο κόσμος από μόνος του. Είτε είσαι εχθρός, είτε φίλος. Δεν χρειάζεται άλλους κινδύνους».
Ο νεοφερμένος κοίταξε εξεταστικά τον Γκρίζο Ταξιδευτή και απάντησε: «Είμαι ο Έλμινστερ των Λησμονημένων Βασιλείων. Δεν τη γνωρίζω αυτή τη Μέση-γη στην οποία αναφέρεσαι. Μάλλον, το ξόρκι μου δεν εκτελέστηκε, όπως έπρεπε. Με απρόβλεπτους τρόπους δουλεύει, τελικά, το “Όνειρο του Μπλε Πέπλου”. Για το Έμπερον ταξίδευα».
«Δεν υπάρχει τέτοιος μέρος εδώ. Πήγαινε, σε παρακαλώ, να συνεχίσω την ξεκούραση μου. Οι Μαύροι Καβαλάρηδες καραδοκούν και πρέπει να ανακτήσω τις δυνάμεις μου. Δεν έχω πολλή υπομονή».
«Ίσως, μπορώ να βοηθήσω, όσο ανακτώ κι εγώ τις δυνάμεις μου για να ξαναταξιδέψω».
«Δεν θα το πω άλλη φορά», είπε ο Γκάνταλφ εκνευρισμένος. «Διάβαινε! Και μην ξαναεπιστρέψεις».
«Πολλά μπορώ να ανεχτώ, σοφέ», είπε ο ειρωνικά ο Έλμινστερ. «Την αγένεια, όμως, όχι». Αμέσως, έτριψε το δαχτυλίδι στο χέρι του, που άρχισε να λάμπει απόκοσμα.
Λίγη ηρεμία ζήτησα, σκέφτηκε κουρασμένα ο Γκάνταλφ. «Ας είναι! Αφού δεν γυρνάς μόνος σου στον κόσμο σου, θα σε στείλω εγώ».
Ο Γκάνταλφ έβγαλε έναν βαθύ αναστεναγμό και τράβηξε το Γκλάμντρινγκ από το θηκάρι του με το δεξί του χέρι. Η ανυπομονησία του είχε κερδίσει την περιέργεια του. O αντίπαλος του τράβηξε, διστακτικά, το δικό του ξίφος. Το όπλο δεν υστερούσε σε κατασκευή και ομορφιά από το καλύτερο σπαθί της Γκόντολιν.
«Σταμάτα! Βοήθα με, απλά, να επιστρέψω. Δεν χρειάζεται όλο αυτό».
Ο Γκρίζος Μάγος στηρίχθηκε στη ράβδο του, που κρατούσε στο αριστερό, και επιχείρησε, βάζοντας λίγη δύναμη, ένα αναγνωριστικό χτύπημα στον αντίπαλο του, κατεβάζοντας το από ψηλά.
Ο ξένος απέκρουσε εύκολα το χτύπημα, σηκώνοντας το δικό του όπλο και πισωπάτησε, για να βάλει μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ τους.
Ο Γκάνταλφ επιχείρησε να χρησιμοποιήσει λίγη από τη μαγεία που του είχε μείνει από τη μάχη με τους Μαύρους Καβαλάρηδες, τροφοδοτώντας το πετράδι στην κορυφή της ράβδου του με το φως της Βάρντα, της Βάλιε των Αστεριών. Η δύναμη του φωτός θα τύφλωνε οποιονδήποτε, αλλά ο μανδύας του Ελμίνστερ φάνηκε να θαμπώνει το φως και να μειώνει την λαμπρότητα του. Θα είναι δυσκολότερο απ’ ό,τι νόμιζα σκέφτηκε ο Μάια, που το όνομα του ήταν κάποτε Ολόριν.
Κατάλαβε ότι ο αντίπαλος του θα περνούσε στην αντεπίθεση. Φάνηκε στο πρόσωπο του ότι δεν θα έμενε για πολύ παθητικός.
Ο Ελμίνστερ φώναξε σε μια γλώσσα, άγνωστη στον Γκάνταλφ, λέξεις δύναμης. Ένιωσαν και οι δύο τον χρόνο να πάει να παγώσει, αλλά το ξόρκι δεν δούλεψε. Ο αντίπαλος του κοίταξε ανήσυχα προς τον ουρανό, που τα αστέρια, τα σύμβολα της Μύστρα, της θεάς της μαγείας, είχαν καλυφθεί από σύννεφα πυκνά. Δοκίμασε να ψελίσει μερικές λέξεις ακόμα και το σπαθί ξεκίνησε να φεγγίζει με μια γαλάζια λάμψη, αλλά γρήγορα έσβησε. Τα φρύδια του έσμιξαν.
Ο Γκάνταλφ, παρατηρώντας το ανήσυχο βλέμμα του αντίπαλου μάγου, μπόρεσε να καταλάβει πολλά. Η πηγή της δύναμης του ήταν πολύ αδύναμη στον κόσμο αυτό. Δεν είχε ελπίδα. Το είχαν καταλάβει αμφότεροι.
Ο Ελμίνστερ άφησε, τελετουργικά, τη ράβδο και το ξίφος του να σκάσουν στο έδαφος.
«Έχασα», είπε. «Παραδίνομαι. Φαίνεσαι λογικός και ίσως η κούραση σου θολώνει το μυαλό. Δεν ξέρω ποιος είναι ο Μάγος Βασιλιάς, αλλά εγώ δεν είμαι σύμμαχος του. Το ξόρκι μου δεν πήγε όπως έπρεπε κι εγώ θέλω, μονάχα, να πάω στο Έμπερον. Το μόνο που ζητώ είναι λίγη από τη δύναμη σου, να τροφοδοτήσει το ξόρκι μου, ώστε να μπορέσω να ταξιδέψω. Αλλιώς, είμαι φυλακισμένος εδώ».
Ο Γκάνταλφ κοντοστάθηκε, βλοσυρός, ρίχνοντας άλλη μια ματιά στον Ελμίνστερ. Στην όψη έμοιαζε πολύ με κάποιον από τους Ιστάρι. Η αύρα που απέπνεε ένα πλάσμα σοφό, χωρίς σκοτάδι στην ψυχή.
«Δεν ξέρω πόση δύναμη μπορώ να σπαταλήσω, αλλά θα προσπαθήσω να σε βοηθήσω. Συγχώρα με, αλλά οι καιροί είναι δύσκολοι και η υπομονή μου λιγοστή. Οι τρόποι μου πήγαν περίπατο, όπως και η ψυχραιμία μου».
«Δεν έχω πολλά να σου δώσω για “Ευχαριστώ”, αλλά ίσως θα δεχόσουν λίγο από το δικό μου πιπόχορτο. Το μαζεύω μόνος μου, από το δάσος του Κόρμανθορ, και το επεξεργάζομαι ο ίδιος». Έβγαλε το σακουλάκι με τον καπνό του και το έδωσε, ευγενικά, στον Γκρίζο Μάγο. «Τι λες; Ξεκινάμε. Είμαι σίγουρος ότι θα θέλεις χρόνο να ξεκουραστείς και ο κόσμος μου βρίσκεται, εξίσου, σε κίνδυνο. Έχω πολλά να κάνω».
Ο Γκάνταλφ έγνεψε. «Τι χρειάζεσαι από εμένα;».
«Θα προσπαθήσω να χρησιμοποιήσω το ίδιο ξόρκι που με έφερε εδώ. Το λάθος μου, μάλλον, ήταν που χρησιμοποίησα αυτό εδώ το φυλακτό, το οποίο – υποτίθεται – είναι από τον κόσμο του Έμπερον», είπε και έδειξε το περιδέραιο που κρατούσε.
Βλέποντας το, κρύος ιδρώτας έλουσε τον Γκάνταλφ. Το φυλακτό ήταν φτιαγμένο από μαύρο σίδερο και είχε σκαλισμένο επάνω ένα μάτι. «Πού το βρήκες αυτό;» είπε, τρίβοντας το μέτωπο του.
«Δεν ξέρω πόσα χρόνια ήτανε στα μπαούλα μου. Ήταν ανάμεσα στα αντικείμενα που έχω καταλογογραφημένα από τον κόσμο του Έμπερον. Το είχα πάρει ως λάφυρο από ένα μεγάλο μεταλλικό πλάσμα, το οποίο υπηρετούσε το Σκοτάδι στο Έμπερον. Γουόρφορτζντ τα αποκαλούν. Κράτησε το».
«Κακά νέα μου φέρνεις, Έλμινστερ. Ο Σάουρον, ο Σκοτεινός Άρχοντας, αναζητά συμμάχους και σε άλλα μέρη, απ’ ό,τι φαίνεται. Αφού θα σε βοηθήσω να επιστρέψεις, κράτα το, μήπως χρειαστώ εγώ κάποτε τη βοήθεια σου. Έτσι θα ξεπληρώσεις το χρέος σου. Δείξε μου, τώρα».
Ο Ελμίνστερ έβαλε σε μία εσωτερική τσέπη το φυλακτό και έβγαλε ένα κέρμα από μια άλλη τσέπη. Αφού το κοίταξε καλά-καλά είπε, γελώντας, «Αυτό είναι σίγουρα από το Έμπερον. Λοιπόν…».
Οι δύο μάγοι συνομίλησαν για αρκετή ώρα. Ο Γκάνταλφ κατανόησε πολύ γρήγορα τη διαδικασία του ξορκιού, τις κινήσεις και τα λόγια. Ένιωθε σίγουρος για τον εαυτό του. Σύντομα, ο Ελμίνστερ βρισκόταν στο έδαφος και είχε επάνω στο μέτωπο του το κέρμα. Οι δύο μάγοι κοιτάχτηκαν.
«Μακάρι να είχαμε συναντηθεί υπό καλύτερες συνθήκες. Ίσως, στο μέλλον», είπε ο Ελμίνστερ. «Σε ευχαριστώ! Και αυτός ο Σάουρον δεν ξέρει με ποιον τα έβαλε».
Ο Γκάνταλφ γέλασε εγκάρδια. «Τα λόγια σου είναι μουσική στα αυτιά μου. Στο καλό! Και εύχομαι τόσο ο δικός σου κόσμος, όσο και ο δικός μου, να γεμίσουν ξανά φως και οι σκιές να χαθούν». Ο Ελμίνστερ έκλεισε τα μάτια του και ο Γκρίζος Μάγος ξεκίνησε τη μαγική ψαλμωδία. Ακούμπησε το μέτωπο του Ελμίνστερ και πίεσε, μαλακά, το κέρμα. Άρχισε να αντλεί, από μέσα του, όση ενέργεια μπορούσε και έλαμψε προς στιγμήν σαν ήλιος φωτεινός. Όταν ολοκλήρωσε τη μαγική επίκληση, η ενέργεια που μάζευε μέσα του απελευθερώθηκε και ένας κεραυνός έσκασε εκεί που καθόταν πριν ο Ελμίνστερ. Τώρα, δεν υπήρχε κανείς εκεί. Έγνεψε θετικά, ικανοποιημένος Ο μάγος, λογικά, βρισκόταν, ασφαλής προσωρινά, σε αυτό το Έμπερον.
«Ελπίζω, να μην το πληρώσω όλο αυτό», είπε ο Γκάνταλφ, ακουμπώντας ξέπνοα σε έναν βράχο πίσω του.
Το σχόλιου του Fantasy Wanderer:
“Το μεγάλο φαβορί έδειξε από νωρίς τις προθέσεις του”
Ο Μιθράντιρ δεν άφησε κανένα περιθώριο αντίδρασης στον Έλμινστερ. Από το πρώτο λεπτό της ψηφοφορίας κατάφερε να περάσει μπροστά και να αυξάνει συνεχώς τη διαφορά του, μέχρι το τελικό 45-15. Οπότε, την Τρίτη 4 Ιουνίου, στις 12:00, θα αντιμετωπίσει τον μπιρομανή Ρουνομάγο, που κι εκείνος πέρασε εύκολα την Σεραφίνα Πεκκάλα.
Κανόνες των Fantasy Wanderer’s Battle
Κάθε Τρίτη και Παρασκευή θα ανεβαίνουν δύο μονομαχίες με τέσσερις από τους 16 φανταστικούς ήρωες και θα έχετε 48 ώρες για να ψηφίσετε τον αγαπημένο σας. Η έκβαση των μαχών θα εξαρτάται εξ’ ολοκλήρου από τις ψήφους σας, ακόμα και τις διακυμάνσεις τους κατά τη διάρκεια των δύο ημερών, και το αποτέλεσμα της κάθε μονομαχίας θα ανακοινώνεται με περιγραφή της μάχης, από τις πένες των παραμυθάδων Δημήτρη Κολοβό, Βασίλη Μέγα, Βασίλη Κρουστάλη, Λάζαρο Λυρώνη, Νικόλα Παπακώστα, Κωνσταντίνο Αμβράζη, Χρήστο Κεσκίνη και Λειβαδιώτη Αλέξανδρο. Δικαιούστε να ψηφίζετε μόνο μία φορά ανά μονομαχία, αλλά φυσικά μπορείτε να ζητάτε από γνωστούς και φίλους να στηρίξουν τον αγαπημένο σας ήρωα. Σε περίπτωση ισοψηφίας, τότε το αποτέλεσμα καθορίζεται από την αντικειμενική κρίση των συγγραφέων, αφήνοντας στην άκρη συναισθηματισμούς και συμπάθειες και εξετάζοντας καθαρά την πολεμική ικανότητα του κάθε ήρωα. Οι περιγραφές των μονομαχιών θα αναρτώνται στο blog του Fantasy Wanderer. Μην ξεχνάτε, όμως, καθ’ όλη τη διάρκεια των δύο ημερών της ψηφοφορίας, θα υπάρχουν προσφορές σε επιλεγμένα βιβλία των εκάστοτε ηρώων. (Δημιουργείστε χαρακτήρα για να μη χάνετε τα XP των αγορών σας)
No Comments
Sorry, the comment form is closed at this time.