FWB: Drizzt Do’Urden Vs Conan the Cimmerian (Φάση των 16)
Fantasy Wanderer’s Battles
Γράφει ο Χρήστος Κεσκίνης
Ο Κόναν ίσα που πρόλαβε να αρπάξει το τόξο τού, από ώρα νεκρού, πλάσματος με τα μυτερά αυτιά, όπως και το κυματιστό του μαχαίρι. Δε χρησιμοποιούσε ποτέ του τέτοια όπλα, μα αυτά ήταν πανέμορφα και τα δύο. Θα ήθελε να πάρει και την φαρέτρα με τα βέλη, μα εμφανίστηκαν μπροστά του τέσσερις αράχνες που έφταναν σε ύψος μέχρι τον ώμο του. Είχαν μυριστεί αίμα. Με ένα χτύπημα έκοψε τα μπροστινά πόδια της πρώτης και άνοιξε δρόμο ανάμεσά τους. Ήταν αδύνατο να τα βάλει με όλες ταυτόχρονα, πόσο μάλιστα τώρα που ήταν γεμάτος πληγές. Άρχισε να απομακρύνεται τρέχοντας, ελπίζοντας εκείνες να αρκούνταν στην εύκολη νεκρή λεία και να μην τον ακολουθούσαν. Πράγματι, μετά από λίγο δεν άκουγε το απαίσιο γρατζούνισμα των δαγκάνων τους και χαλάρωσε αρκετά για να θηκαρώσει το σπαθί του. Όλο του το κορμί πονούσε, τώρα που η υπερένταση της μάχης είχε φύγει, μα έπρεπε να συνεχίσει. Είδε ένα μεγάλο ποτάμι. Αν κατάφερνε να το διασχίσει, ίσως οι διώκτες του, αράχνες ή ανθρωπόμορφοι, τον έχαναν. Με αποφασιστικότητα και δύναμη επιβίωσης βούτηξε στο νερό. Ένας Κιμμέριος μάθαινε να διασχίζει τον Μαύρο Ποταμό ακόμη και πληγωμένος, αλλιώς το κεφάλι του στόλιζε τη σκηνή κάποιου Πίκτη οπλαρχηγού.
Το ρέμα δεν ήταν τόσο ορμητικό ώστε να τον παρασύρει. Τα παγωμένα νερά τσίτωσαν κάθε ίνα του κορμιού του και ξέπλυναν το αίμα από πάνω του. Πριν καν φτάσει απέναντι, όμως, ένιωσε τα μάτια του να βαραίνουν. Κολυμπώντας, γλιστρώντας και σκαρφαλώνοντας, προσπάθησε να τραβήξει το τιτάνιο κορμί του σε στέρεο έδαφος. Με δυσκολία έκανε δύο βήματα στην ξηρά πριν καταρρεύσει από τις πληγές του που αιμορραγούσαν ξανά.
Το ένστικτό του τον προειδοποίησε έγκαιρα. Μία γιγάντια μαύρη πάνθηρας ήταν πάνω από το σώμα του κοιτώντας τον. Είχε συναντήσει ξανά τέτοια ζώα στο παρελθόν στη ζούγκλα του Κεσάν, και μάλιστα τα είχε αντιμετωπίσει με επιτυχία, μα ποτέ δεν είχε αντικρίσει καμία τόσο μεγάλη. Ο πολεμιστής μέσα του ανέλαβε δράση και με αστραπιαία κίνηση άρπαξε τα σαγόνια της πριν κλείσουν γύρω από τον λαιμό του. Αυτά τα δόντια σίγουρα είχαν σκοτώσει χιλιάδες ανθρώπους σε αυτό το άγνωστο δάσος. Είχαν κατασπαράξει αμέτρητους άτυχους, χωρίς καν να καταλάβουν τι τους έφαγε. Το πλάσμα είχε γευτεί αίμα ξανά και ξανά. Μα δεν είχε αντιμετωπίσει θέληση σαν του Κιμμέριου. Δεν είχε γνωρίσει ποτέ χέρια σαν του Κόναν. Με μία κίνηση, επίδειξη της δύναμής του, τράβηξε τα σαγόνια της προς αντίθετες πλευρές. Εκείνη προσπάθησε να βρυχηθεί και να ξεφύγει, καθώς οι ατσάλινοι μύες του βάρβαρου τεντώθηκαν τόσο που σε έναν πολιτισμένο άνθρωπο θα έσπαγαν. Τα δάχτυλά του μάτωσαν, μα δεν χαλάρωσε τη λαβή του. Η θέληση του θηρίου και η θέληση του άνθρωπου αντιμάχονταν για μία στιγμή που έμοιαζε αιώνας και…
Τότε ο Κιμμέριος, αντί να ακούσει τα κόκκαλα στο σαγόνι του θηρίου να σπάνε, το είδε να γίνεται καπνός μπροστά στα μάτια του.
«Κρομ! Τι μαγεία είναι τούτη;», ούρλιαξε. Εκείνη τη στιγμή, ενώ σηκωνόταν, διαπίστωσε την απώλεια πόνου στο κορμί του. Με έκπληξη είδε ότι εκεί που τον είχαν τρυπήσει τα βέλη, πλέον δεν υπήρχε ούτε γρατζουνιά! Τα χέρια του τύλιξαν τις λαβές των λαφύρων του, ενώ ασυναίσθητα το βλέμμα του πλανήθηκε πάνω στο αιματοβαμμένο, βαρβαρικό περιδέραιό του. Κι όμως, τίποτα από αυτά δεν ήταν όνειρο.
«Κρομ!», προσευχήθηκε, με τον δικό του τρόπο, στον Θεό του, χωρίς να περιμένει απάντηση, και έβγαλε το σπαθί του έτοιμος για μάχη. Κάποιος ήταν ανάμεσα στα δέντρα. Φορούσε πράσινη κάπα που έκρυβε τα περισσότερα χαρακτηριστικά του, μα διέκρινε το εβένινο πρόσωπο καθώς και τα άσπρα μαλλιά του. Ήταν λυγερόκορμος, αρκετά πιο μικρόσωμος από τον ίδιο και στη ζώνη του έφερε δύο γιαταγάνια που σχεδόν αμέσως βρέθηκαν στα χέρια του. Με την κίνηση η κουκούλα του έπεσε πίσω και ο Κόναν είδε τα μυτερά αυτιά του.
«Ώστε με βρήκατε;», είπε χαμογελώντας και έσφιξε το σπαθί του.
«Τί έκανες στην Γκουέν;», ρώτησε ο άγνωστος με μία ηρεμία στη φωνή του που έκανε τον Κιμμέριο να ανατριχιάσει. Τα βιολετί μάτια του τον κοίταζαν με μίσος.
Ο τοξότης ήταν θηλυκό;
«Πήγε να με σκοτώσει. Αναγκάστηκα να την σκοτώσω», είπε ανασηκώνοντας τους ώμους του. «Το ίδιο θα κάνω και με όποιον σταθεί στον δρόμο μου…».
«Γκουέν…», ψέλλισε ο αντίπαλός του και με μία κίνησή του, μαγικό σκοτάδι απλώθηκε στα μάτια του Βάρβαρου.
Drizzt | Όνομα | Conan |
Faerûn | Κόσμος | Γη |
Menzoberranzan | Τόπος Καταγωγής | Cimmeria |
Δερμάτινη Πανοπλία Twinkle (Scimitar) Icingdeath (Scimitar) Bracers of the Blinding Strike | Βασικός Εξοπλισμός | Δερμάτινη Πανοπλία (Atlantean sword) Σπαθί |
The Legend of Drizzt | Σειρά Βιβλίων που εμφανίζεται | Κόναν (Conan) |
Salvatore R.A. | Δημιουργός | Howard R.E. |
Ταχθείτε στο πλευρό του αγαπημένου σας ήρωα, με την ψήφο σας
Μέχρι τη λήξη της ψηφοφορίας, μπορείτε να προμηθευτείτε τα βιβλία Έλρικ του Μελνιμπονέ, Κόναν: Η ώρα του Δράκοντα και Μισός Βασιλιάς με έκπτωση 25%
Κανόνες των Fantasy Wanderer’s Battle
Κάθε Τρίτη και Παρασκευή θα ανεβαίνουν δύο μονομαχίες με τέσσερις από τους 32 φανταστικούς ήρωες και θα έχετε 48 ώρες για να ψηφίσετε τον αγαπημένο σας. Η έκβαση των μαχών θα εξαρτάται εξ’ ολοκλήρου από τις ψήφους σας, ακόμα και τις διακυμάνσεις τους κατά τη διάρκεια των δύο ημερών, και το αποτέλεσμα της κάθε μονομαχίας θα ανακοινώνεται με περιγραφή της μάχης, από τις πένες των παραμυθάδων Χρήστο Κεσκίνη και Λειβαδιώτη Αλέξανδρο. Δικαιούστε να ψηφίζετε μόνο μία φορά ανά μονομαχία, αλλά φυσικά μπορείτε να ζητάτε από γνωστούς και φίλους να στηρίξουν τον αγαπημένο σας ήρωα. Σε περίπτωση ισοψηφίας, τότε το αποτέλεσμα καθορίζεται από την αντικειμενική κρίση των συγγραφέων, αφήνοντας στην άκρη συναισθηματισμούς και συμπάθειες και εξετάζοντας καθαρά την πολεμική ικανότητα του κάθε ήρωα (εκτός, φυσικά, του Όλαφ και του Κόναν και δε δεχόμαστε καμία αντίρρηση σε αυτό). Οι περιγραφές των μονομαχιών θα αναρτώνται στο blog του Fantasy Wanderer. Μην ξεχνάτε, όμως, καθ’ όλη τη διάρκεια των δύο ημερών της ψηφοφορίας, θα υπάρχουν προσφορές σε επιλεγμένα βιβλία των εκάστοτε ηρώων. (Δημιουργείστε χαρακτήρα για να μη χάνετε τα XP των αγορών σας)
No Comments
Sorry, the comment form is closed at this time.