FWB: Αποτέλεσμα Aragorn II – Elessar vs Beren Erchamion – The Renowned (Φάση των 16)
Fantasy Wanderer’s Battles
Γράφει ο Αλέξανδρος Λειβαδιώτης
«Πολεμιστή, σε ευχαριστούμε που μας έστειλες τον γιο του Άραθορν για να μας προστατέψει από τη μανία των Κλεγκέιν», φώναξε ο ιερέας, σηκώνοντας τα χέρια του προς τον θόλο του ναού. Ο Άραγκορν έσκυψε ταπεινά το κεφάλι. Οι εναπομείναντες χωρικοί τον αποδέχτηκαν σαν ήρωα και του ζήτησαν να παραστεί στη νεκρική τελετή των πεσόντων. «Πατέρα δέξου τις ψυχές τους και κρίνε τους με επιείκεια».
Ο Άραγκορν είχε αρνηθεί ευγενικά όλα τα δώρα που του είχαν προσφέρει. Ήξερε ότι τα είχαν περισσότερο ανάγκη από αυτόν. Το μόνο που ζήτησε ήταν λίγο φαγητό και έναν τρόπο να γυρίσει πίσω, στη Μέση Γη. Όλοι, όμως, τον κοίταξαν με απορία.
Ακόμα δε μπορούσε να καταλάβει πώς βρέθηκε σε αυτή την ξένη χώρα. Περιπλανιόταν στο Φάνγκορν, όταν για πρώτη φορά στη ζωή του, χάθηκε. Ξαφνικά τα δέντρα είχαν αλλάξει. Ο ουρανός ήταν διαφορετικός. Τα ζώα ήταν ξένα. Και τότε άκουσε τις κραυγές πόνου κι αγωνίας. Κι απλά έτρεξε να προσφέρει τη βοήθειά του.
Μόλις θα τελείωνε τη νεκρική τελετή, θα επέστρεφε στο δάσος, ψάχνοντας για οποιοδήποτε σημάδι. Αλλά πρώτα θα έπρεπε να αποτίνει τις πρέπουσες τιμές για τους αδικοχαμένους χωρικούς.
«Μητέρα ευλόγησε τον τόπο μας», συνέχισε ο ιερέας την προσευχή, «και χάρισέ μας ειρήνη. Ας ανθίσει ξανά η γη μας και μαζί της ας…».
Ένας ισχυρός άνεμος, που γεννήθηκε από το πουθενά, διέκοψε την τελετή. Οι περισσότεροι κάλυψαν το πρόσωπό τους για να προστατευτούν, ενώ κραυγές ξέσπασαν όταν τα τζάμια από τον ναό θρυμματίστηκαν. Ο Άραγκορν έπιασε το σπαθί του. Αυτό δεν ήταν κοινός άνεμος…
«Καταραμένοι Βάλαρ!». Ένας άνδρας εμφανίστηκε στο κέντρο της μεγάλης αίθουσας, καθώς ο δυνατός αγέρας σώπασε. Η δερμάτινη πανοπλία του ήταν βουτηγμένη στο αίμα, ενώ το χέρι του ήταν κομμένο από καιρό. Κοιτούσε γύρω του οργισμένος, ενώ συνέχιζε να καταριέται του θεούς.
«Έχεις λαβωθεί, παιδί μου;», τον ρώτησε ο ιερέας, ο οποίος τον πλησίασε απλώνοντας το χέρι του. Ο ξένος άνδρας τον κοίταξε με σκοτεινό βλέμμα. «Άσε με να σε βοηθήσω. Οι θεοί θα σου χαρίσουν…».
Δεν πρόλαβε να τελειώσει. Ο άγνωστος ξεθηκάρωσε ένα όμορφο σπαθί από τη ζώνη του και μέσα σε μια στιγμή το έμπηξε στο στομάχι του κληρικού.
«Την κατάρα μου να έχουν οι θεοί σου κι όλοι όσοι μου πήραν την Λούθιεν…», ούρλιαξε, κοιτώντας το θύμα του να γονατίζει και να πέφτει νεκρό, μέσα σε μια λίμνη αίματος.
Για άλλη μια φορά, ο Άραγκορν έπρεπε να προστατέψει του κατοίκους αυτού του μικρού οικισμού. Άφησε τη λαβή του όπλου του και πλησίασε με τα χέρια απλωμένα, θέλοντας να τονίσει ότι είναι άοπλος.
«Ηρέμησε ξένε», είπε, μαλακώνοντας όσο μπορούσε τη φωνή του, αλλά ο μονόχειρας άνδρας σήκωσε τη λεπίδα του και την κατέβασε με ορμή προς το κεφάλι του. Την απέφυγε μετατοπίζοντας τον κορμό του κι αμέσως ξεθηκάρωσε μέχρι το μέσο το σπαθί του, για να αποκρούσει τη νέα επίθεση. Τον απώθησε με δύναμη και άφησε το όπλο του να γλιστρήσει ξανά στη θήκη του. «Ηρέμησε», συνέχισε απλώνοντας τις παλάμες του. «Δε θέλω να σου κάνω κακό». Ο άνδρας τον κοίταξε βαριανασαίνοντας. «Είμαι ο Άραγκορν, γιος του Άραθορν. Αναφέρθηκες στους Βάλαρ. Είσαι από τη Μέση-γη;».
«Την κατάρα μου να έχουν για τη μοίρα που μου επιφύλαξαν», ούρλιαξε. Έπειτα, όμως, τον κοίταξε στα μάτια, φούσκωσε τα πνευμόνια του με αέρα και έγειρε το κεφάλι. «Είμαι ο Μπέρεν, γιος του Μπάραχιρ, ο δυστυχέστερος του οίκου των Μπέορ. Είμαι από το Μπελέριαντ».
Είναι δυνατόν… σκέφτηκε ο Άραγκορν, μένοντας αποσβολωμένος. Είναι δυνατόν να είναι αυτός;
Δε γινόταν. Αλλά από την άλλη κι αυτός είχε βρεθεί τόσο ξαφνικά σε έναν τελείως άγνωστο κόσμο…
«A Hîr Annûn gilthoniel, le linnon im Tinúviel», τραγούδησε και είδε τον μονόχειρα άνδρα να σηκώνει το σπαθί του σημαδεύοντάς τον.
«Τί τραγουδάς;», του φώναξε. «Από πού γνωρίζεις τη Λούθιεν; Μίλα!».
«Δεν ξέρω πώς να σου το εξηγήσω», αποκρίθηκε, χωρίς να μπορεί κι ο ίδιος να καταλάβει τί συνέβαινε. «Αν είσαι όντως αυτός που λες, έζησες χιλιάδες χρόνια πριν από μένα». Ο Μπέρεν τον κοίταξε με έναν μορφασμό δυσπιστίας. «Ολόκληρα τραγούδια γράφτηκαν για σένα και τη Λούθιεν».
«Μα πώς…», ψέλλισε ο άνδρας, κατεβάζοντας ελαφρά το όπλο του.
«Δε γνωρίζω. Το μόνο που ξέρω είναι ότι κάτι περίεργο συμβαίνει. Έχουμε βρεθεί σε έναν ξένο κόσμο και δε θα έπρεπε να έχουμε συναντηθεί ποτέ εμείς οι δύο».
«Καταραμένοι Βάλαρ», φώναξε ξαφνικά ο Μπέρεν σηκώνοντας το κεφάλι. «Δε σας φτάνει η δυστυχία που μου προσφέρατε; Τώρα παίζετε και μαζί μου;». Έστρεψε το βλέμμα του ξανά σε εκείνον και ουρλιάζοντας όρμησε κατά πάνω του.
Ο Άραγκορν απέφυγε με επιδεξιότητα τη λεπίδα του και τον έσπρωξε, σπάζοντας την ισορροπία του.
«Δε θέλω να σε σκοτώσω», του είπε βλέποντάς τον να παραπατά και να επιχειρεί ένα νέο, τυφλό χτύπημα. Απλά πισωπάτησε, κοιτώντας τη λάμα να περνά από μπροστά του. «Μαζί μπορούμε να βρούμε έναν τρόπο να επιστρέψουμε στην…».
«Σκότωσαν τη Λούθιεν!», διέκοψε τον ειρμό του η σπαραχτική φωνή του Μπέρεν. Δάκρυα γέμιζαν τα μάτια του άνδρα. «Μου πήραν ό,τι πολυτιμότερο είχα». Το κενό, οργισμένο βλέμμα του γέμισε θλίψη. «Το μόνο που με νοιάζει, πλέον, είναι να ξανανταμώσουμε… Εσύ, λοιπόν, θα με στείλεις και πάλι στο πλάι της ή θα πεθάνεις προσπαθώντας», συνέχισε και μόλις τέλειωσε τη φράση του ξεκίνησε μια νέα επίθεση. Αν κι ο Άραγκορν απέφυγε το πρώτο χτύπημα, η λεπίδα του αντιπάλου επέστρεψε και χώθηκε στο αριστερό του μπράτσο. Μούγγρισε και αφού ξεθηκάρωσε το Άντουριλ, σταμάτησε με αυτό ξανά το σπαθί του Μπέρεν, που στόχευε το κεφάλι του.
«Ας είναι», είπε αποφασιστικά. Εξέτρεψε μια νέα επίθεση και έμπηξε τη μύτη της λάμα του στον ώμο του μονόχειρα άνδρα. Εκείνος δεν μόρφασε καν. Απλά οδήγησε το σπαθί του σε μια νέα τροχιά θανάτου, την οποία απέφυγε ο Άραγκορν, περνώντας δίπλα από τον αντίπαλό του, και με μια επιδέξια κίνηση, του έσκισε τη δεξιά γάμπα. Ο Μπέρεν έβγαλε μια φωνή πόνου και γονάτισε. Το στήθος του ανεβοκατέβαινε από την κοφτή ανάσα του, ενώ ο πήχης του κομμένου χεριού του λουζόταν στο αίμα, από την βαθιά πληγή στον ώμο του.
«Άσε το σπαθί σου, Ερχάμιον», είπε ο Άραγκορν, μόλις στάθηκε μπροστά του. «Δε χρειάζεται να…».
Ο οξύς πόνος στον μηρό του τον διέκοψε. Η λάμα του σπαθιού του Μπέρεν είχε χωθεί στη σάρκα του. Σχεδόν ενστικτωδώς, κάρφωσε το Άντουριλ στα σπλάχνα του αντιπάλου του. Εκείνος έπεσε στο χώμα, προσπαθώντας να αναπνεύσει.
«Λούθιεν…», τον άκουσε να λέει με την τελευταία του ανάσα, προτού ένα χαμόγελο μαλακώσει για πάντα τα άγρια χαρακτηριστικά του προσώπου του.
Ξαφνικά φως γέμισε τα πάντα γύρω τους. Μέσα από αυτό γεννήθηκε μια μορφή. Ένα λαμπρό Ξωτικό. Κατάλαβε, αμέσως ποιος ήταν.
«Μάνγουε…», ψέλλισε και γονάτισε. Τον είδε να σκύβει και να φιλά το μέτωπο του νεκρού ήρωα. Στη συνέχεια γύρισε προς το μέρος του Άραγκορν και το φως δυνάμωσε τόσο πολύ, που αναγκάστηκε να κλείσει τα μάτια του. Μια μελωδική, γυναικεία φωνή αντήχησε στα αυτιά του. Ένα αλλόκοσμο τραγούδι, που τον έκανε να δακρύσει.
«Μακρύς ήταν ο δρόμος που η μοίρα τους επιφύλασσε, πάνω από βραχώδη όρη, παγωμένα και γκρίζα, μέσα από ατσάλινες και εβένινες πόρτες, και δάση πνιγμένα στο ατέρμονο σκότος», απήγγειλε, ανοίγοντας τα μάτια και αντικρύζοντας το χώμα, όπου στιγμές πριν κειτόταν το πτώμα του μονόχειρα άνδρα. «Αντίο, Μπέρεν. Είθε η αγκαλιά της αγαπημένης σου Λούθιεν, να γαληνέψει την ταλαιπωρημένη σου ψυχή».
Έψαχνε έναν τιμητικό θάνατο ο Μπέρεν κι αυτό του έδωσε ο Άραγκορν
Από την αρχή της ψηφοφορίας ο Ελέσσαρ πήρε τα ηνία της μάχης, κρατώντας τα μέχρι το τέλος. Ο Ερχάριον κατάφερε να είναι συνέχεια κοντά, αλλά ποτέ δεν πέρασε μπροστά. Έτσι, με το τελικό 29-27, ο Άραγκορν περνά στην επόμενη φάση, όπου όπως είδαμε τον περιμένει ο Κόναν.
Κανόνες των Fantasy Wanderer’s Battle
Κάθε Τρίτη και Παρασκευή θα ανεβαίνουν δύο μονομαχίες με τέσσερις από τους 32 φανταστικούς ήρωες και θα έχετε 48 ώρες για να ψηφίσετε τον αγαπημένο σας. Η έκβαση των μαχών θα εξαρτάται εξ’ ολοκλήρου από τις ψήφους σας, ακόμα και τις διακυμάνσεις τους κατά τη διάρκεια των δύο ημερών, και το αποτέλεσμα της κάθε μονομαχίας θα ανακοινώνεται με περιγραφή της μάχης, από τις πένες των παραμυθάδων Χρήστο Κεσκίνη και Λειβαδιώτη Αλέξανδρο. Δικαιούστε να ψηφίζετε μόνο μία φορά ανά μονομαχία, αλλά φυσικά μπορείτε να ζητάτε από γνωστούς και φίλους να στηρίξουν τον αγαπημένο σας ήρωα. Σε περίπτωση ισοψηφίας, τότε το αποτέλεσμα καθορίζεται από την αντικειμενική κρίση των συγγραφέων, αφήνοντας στην άκρη συναισθηματισμούς και συμπάθειες και εξετάζοντας καθαρά την πολεμική ικανότητα του κάθε ήρωα (εκτός, φυσικά, του Όλαφ και του Κόναν και δε δεχόμαστε καμία αντίρρηση σε αυτό). Οι περιγραφές των μονομαχιών θα αναρτώνται στο blog του Fantasy Wanderer. Μην ξεχνάτε, όμως, καθ’ όλη τη διάρκεια των δύο ημερών της ψηφοφορίας, θα υπάρχουν προσφορές σε επιλεγμένα βιβλία των εκάστοτε ηρώων. (Δημιουργείστε χαρακτήρα για να μη χάνετε τα XP των αγορών σας)
No Comments
Sorry, the comment form is closed at this time.