FWB: Αποτέλεσμα Khal Drogo Vs Beren Erchamion – The Renowned (Φάση των 32)
Fantasy Wanderer’s Battles
Γράφει ο Χρήστος Κεσκίνης
Πήρε τη Λούθιεν! Ακόμη και με ένα χέρι δε θα μπορούσε να επιτρέψει κάτι τέτοιο. Δεν είχε λιγοψυχήσει μπροστά στον Μόργκοθ, είχε ζήσει σαν σκλάβος στα μπουντρούμια του Σάουρον, είχε νικήσει τον λύκο Κάρχαροθ της Άγκμπαντ και είχε πιάσει στα χέρια του ένα από τα Σίλμαριλ, μόνο και μόνο για να είναι μαζί Της. Ακόμη και τον θάνατο είχε διαβεί για να ζήσει ξανά κοντά Της. Πώς λοιπόν να κάνει πίσω τώρα; Και ας έπρεπε να περάσει μέσα από μαγικές δίνες και ερημιές, χωρίς άλογο, μέσα σε έναν άγνωστο κόσμο. Και ας έπρεπε να δέσει την ασπίδα του πάνω στο κομμένο χέρι του. Και ας πολεμούσε πλέον με το αριστερό. Έπρεπε να Τη βρει. Έπρεπε να Τη σώσει, όπως τον είχε σώσει Εκείνη.
«Βάλαρ, κρατήστε την ζωντανή. Οι καβαλάρηδες από την Ανατολή δεν είναι μακριά…».
Ακολουθούσε τα ίχνη τους εδώ και τρεις μέρες. Πέρασαν μέσα από την περίεργη πύλη που έκλεισε μόλις πέρασε κι αυτός. Και παρά την ταχύτητά των αλόγων τους, μόλις πέρασαν στον κόσμο τους, δε βιάζονταν καθόλου. Έμοιαζαν νομάδες που μάλλον ζούσαν κάνοντας επιδρομές. Δεν ήξερε αν συνεργάζονταν με τον Μόργκοθ ή αν ήταν η δική του μαγεία που τους έφερε εκεί. Έπρεπε όμως να τους σταματήσει.
Ήταν νύχτα, όταν έφτασε στον καταυλισμό τους. Ο γιγαντόσωμος αρχηγός τους, αυτός που είχε αρπάξει τη Λούθιεν από το σπιτικό τους, μπήκε στην σκηνή του στο κέντρο, σέρνοντάς την μαζί του. Εκεί θα έπρεπε να φτάσει, αν ήθελε να την ξαναδεί. Πέρασε εύκολα την περίμετρό τους. Είχε μεγαλώσει μέσα στον πόλεμο με τη Σκιά. Κρυβόταν από Ορκ, Ξωτικά και λύκους. Δε θα τον εμπόδιζαν μερικοί Άγριοι Ανατολίτες. Η καρδιά του έσπασε, όταν την άκουσε να τραγουδάει το μαγικό της τραγούδι. Αυτό που είχε κοιμίσει τον ίδιο τον Σκοτεινό Άρχοντα. Ήλπιζε αυτό να του έδινε λίγο χρόνο ακόμη. Σκότωσε με το τόξο του δύο από τους πολεμιστές που φυλούσαν τη σκηνή. Στο βάθος είδε αρκετούς από αυτούς να πίνουν γύρω από τη φωτιά. Κάποιοι μάλιστα είχαν αγκαλιά γυναίκες που φώναζαν για βοήθεια κλαίγοντας. Κανένας δε θα τις βοηθούσε. Αυτός είχε έρθει με έναν και μόνο σκοπό.
Το τραγούδι Της, σαν καλωσόρισμα έφτασε στα αυτιά του, καθώς έμπαινε στην σκηνή του επιδρομέα προσεκτικά. Την είδε να χορεύει, όπως μπροστά στον θρόνο του Μόργκοθ, ενώ εκείνος είχε μισοκοιμηθεί πάνω σε ένα κρεβάτι από δέρματα με το χαμόγελο χαραγμένο στο πρόσωπό του. Ήταν τεράστιος και το γυμνό του σώμα διαγραφόταν στο φως της φωτιάς. Τα μακριά πλεγμένα μαλλιά του έφταναν μέχρι τη μέση του. Δίπλα του γυάλιζαν τα μεγάλα δρεπάνια που χρησιμοποιούσε για όπλα. Θα μπορούσε να περιμένει λίγο ακόμη και να πάρει την αγαπημένη του. Θα μπορούσαν να ξεφύγουν. Ίσως και να τον δολοφονήσει. Μα είχε βαρεθεί να τρέχει.
«Ετοιμάσου να πεθάνεις φίδι της Σκιάς…», ούρλιαξε και όρμησε κατά πάνω του. Δεν κατάλαβε καν πότε εκείνος έπιασε τα όπλα του και απέκρουσε το σπαθί του. Ούτε πότε η σκηνή γέμισε από τους άγριους πολεμιστές. Σύντομα θα ήταν νεκρός. Ας ήταν. Είχε καθυστερήσει πολύ το δώρο του Ιλούβαταρ.
«Είναι δική μου. Την διεκδικώ…», ήταν το μόνο που κατάφερε να πει. Ήλπιζε να πέθαιναν μαζί.
«Yer affesi anna», απάντησε ο γιγαντόσωμος αντίπαλός του και όλοι οι γύρω του γέλασαν δυνατά. «Όταν ένας Ντοθράκι χάνει σε μάχη ή μονομαχία είναι αναγκασμένος να κόψει την κοτσίδα του, ώστε όλος ο κόσμος να μπορεί να δει την ντροπή του. Βλέπετε όλοι που φτάνει η δική μου κοτσίδα. Δεν έχω χάσει ποτέ μου. Πιστεύει ένας μονόχειρας ότι μπορεί να διεκδικήσει αυτό που είναι δικό μου; Τολμάει αυτός να με προκαλέσει σε μονομαχία;».
Πριν καν ολοκληρώσει τη φράση του, οι άγριοι τον οδήγησαν έξω από τη σκηνή και έκαναν έναν κύκλο γύρω από αυτόν και τον αρχηγό τους, ουρλιάζοντας και επευφημώντας. Προς έκπληξή του δεν του αφαίρεσαν τα όπλα. Ίσως είχε μία ακόμη ελπίδα…
Χωρίς να μιλάει, κοιτούσε τον κατά πολύ ψηλότερο αντίπαλο. Προσπάθησε να μην επηρεαστεί από τα ουρλιαχτά των πολεμιστών γύρω του. Ήταν ένας περίεργος λαός. Τον άφηνε να πολεμήσει με τον αρχηγό τους, άσχετα αν πίστευαν ότι δεν είχε ελπίδες εναντίον του. Αναρωτήθηκε τι θα γινόταν άραγε αν κατάφερνε να κερδίσει την μονομαχία. Κοίταξε την Λούθιεν στα μάτια και μετά από ένα ανεπαίσθητο δικό της γνέψιμο, έκανε την πρώτη του επίθεση. Ο αντίπαλός του σταμάτησε την κίνηση του σπαθιού του με το δρεπάνι στο αριστερό χέρι και με το δεξί έκανε την δική του επίθεση στοχεύοντας τα πλευρά του. Κατάφερε να κάνει πίσω βήματα την τελευταία στιγμή πριν η λεπίδα σκίσει το πλαϊνό της πανοπλίας του. Αμέσως έκανε επίθεση από την άλλη πλευρά, με το ίδιο όμως αποτέλεσμα. Εντυπωσιάστηκε με το πώς ο βάρβαρος χειρίζονταν τις λεπίδες με το κάθε χέρι να λειτουργεί αυτόνομα, σε τέλεια αρμονία όμως με κάθε κίνησή του. Συνήθως οι πολεμιστές που χειρίζονταν δύο όπλα χρησιμοποιούσαν το ένα μόνο για άμυνα, αυτός εδώ όμως δεν ήταν έτσι. Του θύμιζε κινήσεις ξωτικού, αν και δεν είχε την χάρη τους. Αλλά ήταν αμφιδέξιος και η δύναμή του θα μπορούσε να συγκριθεί με αυτή των νάνων.
Τον ανάγκαζε να κάνει συνεχώς βήματα πίσω, μέχρι που έφτασε στην γραμμή πολεμιστών. Αυτοί φωνάζοντας και γελώντας τον άρπαξαν και τον έσπρωξαν μπροστά. Έπεσε στα γόνατα, μα κατάφερε να αποκρούσει το όπλο που ερχόταν προς το κεφάλι του. Η δύναμη του αντιπάλου του ήταν εξωπραγματική. Σχεδόν κόντεψε να μην του επιτρέψει να σηκωθεί, μόνο με την δύναμη των χτυπημάτων. Το ένα μετά το άλλο τα δρεπάνια στόχευαν να του κόψουν το κεφάλι και με δυσκολία ο Μπέρεν απέφευγε να τον πληγώσουν. Σε κάθε προσπάθειά του να σηκωθεί, ο αντίπαλός του τον έσπρωχνε κάτω ξανά και ξανά με μία ακόμη πιο ισχυρή επίθεση. Φαινόταν λες και έπαιζε μαζί του. Σαν να ήταν σίγουρος για τη νίκη του και το μόνο που ήθελε ήταν να του δείξει πόσο καλύτερος μονομάχος ήταν.
Έβαλε δύναμη στα πόδια του και ώθησε το σώμα του προς τον αντίπαλο. Το σπαθί του ετοιμαζόταν να διαπεράσει την κοιλιά του, μα λίγο πριν επιτρέψει σε ένα χαμόγελο να στολίσει το πρόσωπό του, εκείνος έκανε στο πλάι και με μία προβολή των δρεπανιών του έβγαλε την δική του λεπίδα από την πορεία της. Αυτό του έδωσε τουλάχιστον την ευκαιρία να σηκωθεί, αλλά έδωσε επίσης και στον γιγαντόσωμο βάρβαρο να κάνει τη δική του κίνηση. Έτσι, με ακόμη μια σειρά από πλάγια χτυπήματα, διαπέρασε την δερμάτινη πανοπλία του και χάραξε τον κορμό του κάτω από τη μασχάλη και με τις δύο λεπίδες του. Ένιωσε το αίμα του να ρέει πάνω του αναμειγμένο με ιδρώτα. Εκείνη τη στιγμή ήξερε πως θα πεθάνει… ξανά!
Όμως, τότε άκουσε την μελωδική φωνή Της. Αισθάνθηκε τον πόνο και την κούραση να φεύγει από μέσα του. Το χέρι του, που πριν λίγο με δυσκολία κρατούσε το σπαθί του, έσφιξε με αποφασιστικότητα. Γέμισε με θάρρος και ενέργεια. Για Εκείνην λοιπόν θα τα κατάφερνε…
Με μία προβολή πέρασε το σπαθί του πάνω από την λεπίδα του βάρβαρου και τον πλήγωσε στο δεξί μπράτσο. Αμέσως, το τράβηξε προς τα πάνω και αίμα έβαψε και τον λαιμό του αντιπάλου του, που όμως πρόλαβε να μετατρέψει το χτύπημα σε μία γρατζουνιά. Τον κοίταξε με βλοσυρό βλέμμα και με μία πολεμική κραυγή όρμησε πάνω του. Απέκρουσε το πρώτο δρεπάνι απωθώντας το και απέφυγε το δεύτερο. Η φωνή της Λούθιεν θέριεψε σε μία προσπάθεια να συνεχίσει να τον βοηθάει.
«Κάντε την να σκάσει», ούρλιαξε ο βάρβαρος και ο Μπέρεν είδε έντρομος ένα από τα πρωτοπαλίκαρά του να αρπάζει τα μαλλιά της Λούθιεν, που δεν σταμάτησε να τραγουδά, και να περνάει το μαχαίρι του από τον άσπιλο λαιμό της, που βάφτηκε άλικος. Η κραυγή του Μπέρεν αντικατέστησε το τραγούδι της και τα πάντα μπροστά του θόλωσαν. Το μόνο που τον ένοιαζε ήταν να πεθάνει για να βρεθεί και πάλι δίπλα της, σε όποια μοίρα όριζε ο Ιλούβαταρ για τους θνητούς. Δεν κατάλαβε τα χτυπήματα του βάρβαρου, παρά τις πληγές που του άνοιγαν. Δεν αισθανόταν τις λεπίδες που προσπαθούσαν να τον σταματήσουν. Με μία και μοναδική κίνηση το σπαθί του έκοψε μύες και κόκκαλα πριν εισχωρήσει στην καρδιά του αντιπάλου του. Συνέχισε να καρφώνει ουρλιάζοντας το σπαθί στο στήθος του αντιπάλου του ακόμη και όταν εκείνος έπεσε νεκρός στο έδαφος. Οι ζητωκραυγές και τα γέλια των υπόλοιπων καβαλάρηδων είχαν κοπεί. Αυτόν όμως τον ένοιαζε μόνο ότι δεν ακουγόταν η φωνή Της. Έτρεξε προς το μέρος Της και κλαίγοντας είδε πως ήταν πνιγμένη από το αίμα Της. Δε σκέφτηκε καν πριν η ματωμένη λεπίδα του Ντάγκμορ διαπεράσει τον δολοφόνο Της. Κανένας από τους υπόλοιπους δεν αντέδρασαν όταν την πήρε στην αγκαλιά του και έφυγε από τον καταυλισμό τους.
Πιο εύκολα από ότι περιμέναμε
Ο Μπέρεν από την αρχή της ψηφοφορίας πήρε το πάνω χέρι και με συνεχόμενες ψήφους στο τέλος, μεγάλωσε τη διαφορά και πήρε την εκδίκησή του. Έτσι, έφτασε στο τελικό σκορ 26-13 και περνά στην επόμενη φάση, όπου όπως είδαμε τον περιμένει ο Άραγκορν, την Τρίτη 27 Ιουνίου στις 18:00.
Κανόνες των Fantasy Wanderer’s Battle
Κάθε Τρίτη και Παρασκευή θα ανεβαίνουν δύο μονομαχίες με τέσσερις από τους 32 φανταστικούς ήρωες και θα έχετε 48 ώρες για να ψηφίσετε τον αγαπημένο σας. Η έκβαση των μαχών θα εξαρτάται εξ’ ολοκλήρου από τις ψήφους σας, ακόμα και τις διακυμάνσεις τους κατά τη διάρκεια των δύο ημερών, και το αποτέλεσμα της κάθε μονομαχίας θα ανακοινώνεται με περιγραφή της μάχης, από τις πένες των παραμυθάδων Χρήστο Κεσκίνη και Λειβαδιώτη Αλέξανδρο. Δικαιούστε να ψηφίζετε μόνο μία φορά ανά μονομαχία, αλλά φυσικά μπορείτε να ζητάτε από γνωστούς και φίλους να στηρίξουν τον αγαπημένο σας ήρωα. Σε περίπτωση ισοψηφίας, τότε το αποτέλεσμα καθορίζεται από την αντικειμενική κρίση των συγγραφέων, αφήνοντας στην άκρη συναισθηματισμούς και συμπάθειες και εξετάζοντας καθαρά την πολεμική ικανότητα του κάθε ήρωα (εκτός, φυσικά, του Όλαφ και του Κόναν και δε δεχόμαστε καμία αντίρρηση σε αυτό). Οι περιγραφές των μονομαχιών θα αναρτώνται στο blog του Fantasy Wanderer. Μην ξεχνάτε, όμως, καθ’ όλη τη διάρκεια των δύο ημερών της ψηφοφορίας, θα υπάρχουν προσφορές σε επιλεγμένα βιβλία των εκάστοτε ηρώων. (Δημιουργείστε χαρακτήρα για να μη χάνετε τα XP των αγορών σας)
No Comments
Sorry, the comment form is closed at this time.