m
Back to Top
Catti-brie vs Olaf Aftermath

FWB: Αποτέλεσμα Catti-brie vs Olaf Dragonrod (Φάση των 8)

Fantasy Wanderer’s Battles

“Το μαγεμένο σπαθί πεινούσε ξανά. Οι δύο μονομάχοι ήταν νεκροί μέσα σε μια λίμνη αίματος. Τότε το λαμπερό όπλο βρέθηκε στον αέρα. Ένοιωσε το μαχητικό πνεύμα του κάθε πολεμιστή λίγο πριν αποχωρήσει οριστικά από το κορμί του. Με την Κάτιμπρι είχε περάσει φοβερές περιπέτειες αλλά ο Φέανορ ήταν τρομερός πολεμιστής. Μαζί του θα περνούσε καλύτερα. Έτσι χώθηκε μέσα στο δεξί του χέρι και έλαμψε. Αν μπορούσε να χαμογελάσει από κακία θα το έκανε. Ο Φέανορ σηκώθηκε όρθιος με το σατανικό όπλο στο χέρι. Ο νεκροζώντανος δούλος του θα τον τάιζε δίχως αντιρρήσεις. Και το σπαθί πεινούσε πολύ…!!!”*

Βασίλης Κρουστάλης

*Η εισαγωγή επιλέχθηκε από σχόλιο στο Facebook στην ερώτηση που έγινε για το ποιος πιστεύετε ότι αξίζει να περάσει, έπειτα από την ισοψηφία της μονομαχίας μεταξύ Κάτιμπρι και Φέανορ.

Γράφει ο Αλέξανδρος Λειβαδιώτης

Άνοιξε τα μάτια της και γέμισε τα πνευμόνια της με αέρα, σα να βγήκε στην επιφάνεια της θάλασσας, καταφέρνοντας την τελευταία στιγμή να ελευθερωθεί από τα χέρια που προσπαθούσαν να την πνίξουν. Κοίταξε γύρω της και είδε ότι βρισκόταν στο σημείο που είχε αντιμετωπίσει το Ξωτικό. Στο σημείο που είχε… πεθάνει;

Το βλέμμα της πλανήθηκε στο σώμα της. Η πανοπλία της, σαν από μαγεία, είχε επιδιορθωθεί, ενώ όλα τα τραύματά της είχαν επουλωθεί. Σηκώθηκε και δεν ένιωσε κανέναν πόνο από την πλάτη της ή από οποιαδήποτε πληγή από την χθεσινή, αν είναι όντως χθες, μονομαχία. Κάποιος την είχε σώσει. Κάποιος την είχε αναστήσει, αλλά ποιος;

Το σπαθί, σκέφτηκε αμέσως και μόνο τότε συνειδητοποίησε ότι είχε ελευθερωθεί από τα δεσμά του. Δεν ήλεγχε πια τη θέλησή της. Δεν άκουγε την ανατριχιαστική του φωνή στο κεφάλι της.

Μα πώς; Γιατί;

Κοίταξε γύρω της ψάχνοντάς το, αλλά ήταν άφαντο. Όπως και το ξωτικό. Το μόνο που βρήκε ήταν το κουφάρι της άμοιρης, γιγαντόσωμης γυναίκας, δίπλα σε σβηστά από καιρό κάρβουνα, και το σπαθί του, βαμμένο με αίμα. Με το δικός της αίμα. Ρίγος διαπέρασε την ραχοκοκκαλιά της, όταν τα δάχτυλά της ακούμπησαν τη σκαλιστή λαβή του. Το σήκωσε κι ένιωσε αμέσως το υπέροχο ζύγισμά του. Δεν ήταν κοινό όπλο. Ο Μπρούενορ σίγουρα θα ήθελε να το μελετήσει.

Πατέρα…

Η καρδιά της βάρυνε και μόνο στη σκέψη τής αγωνίας που θα βίωνε ο Νάνος βασιλιάς και η υπόλοιπη συντροφιά της. Κυρίως ο Ντριτζτ… Έπρεπε να βρει τρόπο να γυρίσει πίσω. Να αφήσει αυτή την αφιλόξενη διάσταση.

Άνοιξε το σακίδιό της και φώναξε από χαρά, αντικρύζοντάς την. Πήρε στα χέρια της την εβένινη κιμωλία, με τους κυανόχρωμους ρούνους στην επιφάνειά της, και έφερε στο μυαλό της τα λόγια του βασιλικού μάγου.

Όταν θες να ταξιδέψεις ανάμεσα στις διαστάσεις, σκέψου καλά το μέρος που θες να πας και σχεδίασε στον αέρα μία πύλη.

Κι αυτό έκανε. Ο νους της πλανήθηκε στη μεγάλη αίθουσα του Μπρούενορ και στη συνέχεια άρχισε να σχεδιάζει την μαγική πύλη μπροστά της. Αν και δεν ακουμπούσε η κιμωλία σε καμία σκληρή επιφάνεια, την ένιωθε σαν τότε, παιδί ακόμα, που ζωγράφιζε με τις λευκόπετρες, στους γρανιτένιους τοίχους του Μίθριλ Χολ.

Πράγματι, μόλις ολοκλήρωσε τη νοητή πόρτα, μια γαλαζοπράσινη λάμψη εμφανίστηκε στο εσωτερικό της και σβήνοντας αποκάλυψε τη μεγάλη, βασιλική αίθουσα.

Έρχομαι, πατέρα… Έρχομαι, Γούλφγκαρ… Έρχομαι, αγαπημένε μου Ντριντζτ…, σκέφτηκε και πέρασε την πύλη.

Παρ’ ότι, όμως, περίμενε να πατήσει σε στερεά, σκληρή πέτρα, τα πόδια της συνάντησαν το κενό. Προσπάθησε να κρατηθεί από κάπου, αλλά άρχισε να πέφτει. Ούρλιαξε και της φάνηκε σα να πέρασε μια αιωνιότητα, μέχρι να προσκρούσει με δύναμη πάνω σε φρέσκο χιόνι.

«Ποια είσαι πάλι εσύ;», της είπε ο θηριώδης άνδρα που καθόταν σε ένα κούτσουρο, δίπλα σε μια μικρή φωτιά, πιθαμές από το σημείο που προσγειώθηκε η ίδια. Κρατούσε ένα κλαδί, όπου στην άκρη του είχε μπηγμένο ένα ψημένο, μικρό ζώο, μάλλον σκίουρο, το οποίο, όμως, είχε γεμίσει χιόνι και χώμα από την πτώση της. Ο ξένος το κοίταξε για λίγο, απελπισμένα, και το πέταξε στη φωτιά.

«Το μυαλό μου είναι ακόμα θολωμένο και δε μπόρεσα να οραματιστώ ξεκάθαρα τον προορισμό μου», είπε αφού σηκώθηκε κι άρχισε να ξεσκονίζει τα ρούχα της. «Ψάχνω τον Νάνο βασιλιά. Θα χαρεί πολύ, μόλις μάθει ότι επιτέλους γύρισα».

Το βλέμμα του αγνώστου σκοτείνιασε.

«Ο Νάνος που ψάχνεις… είναι ένας πολεμιστής με κόκκινα μούσια και μαλλιά;», την ρώτησε και όταν η Κάτιμπρι απάντησε θετικά, εκείνος συνέχισε. «Λέγομαι Όλαφ Ντράγκονροντ κι αυτός που ψάχνεις σκότωσε έναν από τους καλύτερους συντρόφους μου». Σηκώθηκε και της έδειξε ένα μεγάλο δέντρο, με πορφυρά φύλλα κι ένα σκαλιστό πρόσωπο στον κορμό τους. «Εκεί είναι θαμμένος. Εκεί θα βρεις τον ξακουστό Γκι…».

«Σκότωσες τον πατέρα μου;», ψέλλισε η Κάτιμπρι, καθώς η ματιά της θόλωσε από δάκρυα.

«Πατέρα σου;», αναρωτήθηκε ο θηριώδης άνδρας.

«Ψόφα, σκύλε!», ούρλιαξε τραβώντας το σπαθί του Ξωτικού και όρμησε κατά πάνω του.

Παρ’ ότι ο Όλαφ φαινόταν σαστισμένος και η ίδια κινήθηκε ταχύτατα, τον είδε να αποφεύγει με επιδεξιότητα τη λεπίδα της κι ένιωσε το βίαιο σπρώξιμό του. Παραλίγο να χάσει τελείως την ισορροπία της από την δύναμή του, αλλά κατάφερε τελικά να μείνει στα πόδια της.

«Δεν έχω καμία διαφορά μαζί σου», της είπε σηκώνοντας τις παλάμες του. «Ο πατέρας σου ήταν ο πιο άξιος αντίπαλος που έχω αντιμετωπίσει. Αλλά σκότωσε έναν από τους καλύτερους συντρόφους μου. Ακόμα κι αυτό δείχνει την αξία του». Τέλειωσε τη φράση του κι έμεινε ακίνητος να την κοιτά.

Η Κάτιμπρι βαριανάσαινε. Δε μπορούσε να το πιστέψει ότι ο βασιλιάς Μπρούενορ, ο πατέρας της, ήταν νεκρός. Δεν ήξερε γιατί σκότωσε αυτόν που της έλεγε ο άνδρας ότι σκότωσε, αλλά έπρεπε να εκδικηθεί τον θάνατό του. Έπρεπε ο Όλαφ να πληρώσει.

Ούρλιαξε κι εφόρμησε ξανά, σηκώνοντας το ξωτικίσιο σπαθί και σημαδεύοντας το κεφάλι του αντιπάλου της, αλλά για άλλη μια φορά εξεπλάγην με την δυσανάλογη για το μέγεθός του, ευλυγισία του. Έστριψε και έγειρε πίσω τον κορμό του, αφήνοντας τη λεπίδα της να σχίσει τον αέρα μπροστά του, κι αφού γράπωσε τον καρπό της με το αριστερό του χέρι, είδε τελευταία στιγμή τον αγκώνα του να πλησιάζει το πρόσωπό της. Τα πάντα γύρω της μαύρισαν, προτού καν προλάβει να νιώσει τον πόνο.

Άνοιξε τα μάτια κι έτριψε με την παλάμη το κεφάλι της, το οποίο πονούσε οικτρά. Σήκωσε το βλέμμα της και μέσα από τη θολούρα, που υποχωρούσε σταδιακά, συνειδητοποίησε ότι ήταν ακουμπισμένη πάνω σε ένα κορμό, δίπλα στη φωτιά. Κοίταξε γύρω της και τον είδε, φορτωμένο με τα πράγματά του να στέκεται κοντά της. Στα χέρια του κρατούσε ένα σκαλιστό, πολεμικό σφυρί, ενώ ένα σκουρόχρωμο, βαρύ αρκουδοτόμαρο κρεμόταν από τους ώμους. Τα χέρια της συσπάστηκαν ψάχνοντας για τα όπλα της.

«Το σπαθί σου, το τόξο σου και το σακίδιό σου τα άφησα εκεί», της είπε γνέφοντας με την κεφαλή του, προς μία στοίβα, από την άλλη πλευρά της φωτιάς. «Δε θα τα χρειαστείς. Δε θα σου κάνω… άλλο κακό». Τα φωτεινά, γαλάζια του μάτια κλείδωσαν πάνω της. Μπορούσε να διακρίνει τη μελαγχολία. Τη μετάνοια για ότι συνέβη με τον πατέρα της. «Γέμισα το φλασκί σου και σου άφησα λίγο κρέας». Κοίταξε πίσω του και είδε τον δερμάτινο ασκό της, φουσκωμένο και ακουμπισμένο δίπλα στις φλόγες, ενώ σε μια πέτρα, πάνω σε ένα πλατύ φύλλο, κάπνιζαν τρία κομμάτια κρέατος. «Να είσαι περήφανη για τον πατέρα σου», της είπες τελικά κι άρχισε να απομακρύνεται.

Η Κάτιμπρι σηκώθηκε απότομα μετά από λίγο και έτρεξε προς τα πράγματά της. Σήκωσε το τόξο και την φαρέτρα της. Στον χαρακτηριστικό ήχο τού τεντώματος της χορδής τον είδε να σταματά.

«Δε μπορώ να σε αφήσω να φύγεις», του φώναξε, ενώ δάκρυα έτρεχαν στα μάγουλά της. «Δε μπορώ να συγχωρέσω αυτό που έκανες».

Ο Όλαφ γύρισε αργά προς εκείνη. «Κατέβασε το τόξο σου», της είπε με ήρεμη, αλλά απειλητική φωνή. «Δε θα χρειαστεί να με ξαναδείς».

Από όλους τους τίτλους που κέρδισα ή που θα κερδίσω, δεν υπάρχει πιο σημαντικός από αυτόν του πατέρα, θυμήθηκε τα λόγια του Μπρούενορ κι άφησε τη χορδή.

Το βέλος πέταξε με θανατερή ακρίβεια κι αν δεν παραμέριζε τελευταία στιγμή ο θηριώδης άνδρας, θα καρφωνόταν στην καρδιά του. Δεν αστόχησε, όμως, τελείως. Τον πέτυχε στον ώμο. Ο Όλαφ μούγκρισε και πιάνοντας το στέλεχος που προεξείχε από το κορμί του, το έσπασε με μια απότομη κίνηση. Το βλέμμα του σκοτείνιασε κι έσφιξε με τα δυο του χέρια το σφυρί του.

«Κατέβασε το τόξο σου!», της είπε για μία ακόμα φορά, ρουθουνίζοντας οργισμένα. Οι μύες του φούσκωσαν, ενώ οι φλέβες του λαιμού και των κροτάφων του πάλλονταν ρυθμικά. Είχε ξαναδεί αυτά τα σημάδια στον Γούλφγκαρ. Την γέμιζαν χαρά τότε, καθώς ήξερε ότι το θύμα του δεν είχε καμία ελπίδα. Τώρα, όμως, το θύμα ήταν η ίδια.

Σχεδόν αστραπιαία πέρασε στη χορδή κι αμέσως απελευθέρωσε ένα ακόμα βέλος, αλλά η καρδιά της βάρυνε βλέποντας τον πορφυροτρίχη βάρβαρο να το αποφεύγει και να διανύει με δύο δρασκελιές την απόσταση που τους χώριζε. Η ατσάλινη κεφαλή του σφυριού κατευθύνθηκε με ορμή προς το πρόσωπό της και σήκωσε το τόξο της για να την σταματήσει. Το σκαλιστό, μαγικό ξύλο, όμως, δεν άντεξε.

Πόνος, που όμοιό του δεν είχε ξαναβιώσει, κυρίευσε το κορμί της. Σωριάστηκε στο παγωμένο έδαφος, ανήμπορη να κουνηθεί. Μέσα από τα θολά, δακρυσμένα μάτια της, τον είδε να ουρλιάζει και να πετά το σφυρί του στο χώμα. Της κοίταξε βαριανασαίνοντας και κραύγασε ξανά, ενώ η ίδια παραδινόταν στην αγκαλιά του θανάτου.

Ρυθμικά χειροκροτήματα και φωνές την επανάφεραν. Άνοιξε τα μάτια της και για λίγο τυφλώθηκε από το δυνατό φως. Καθώς, όμως, άρχισε να συνηθίζει, ξεχώρισε το κυκλικό σχήμα ενός μεγάλου κτίσματος. Γρήγορα συνειδητοποίησε ότι βρισκόταν σε μια μεγάλη αρένα. Οι κερκίδες, στις οποίες καθόταν κι εκείνη, ήταν ασφυχτικά γεμάτες από κάθε λογής πλάσματα˙ Άνθρωποι, Νάνοι, Ξωτικά, Ορκ, Χάλφλινγκ και πολλά άλλα που δεν είχε ξαναδεί.

Πού βρίσκομαι, σκέφτηκε κι αμέσως μετά η καρδιά της ξεκίνησε έναν ξέφρενο χορό. Στο απέναντι διάζωμα καθόταν ο αγαπημένος της Ντριτζτ. Τον φώναξε, αλλά η οχλαγωγία που επικρατούσε κάλυψαν τη φωνή της.

«Υπομονή, θνητοί!», άκουσε μια αλλόκοσμη, επιβλητική φωνή. Σήκωσε το βλέμμα της και είδε λαμπερές μορφές να αιωρούνται στον ουρανό. «Σύντομα θα ξεκινήσει το θέαμα!».

Αποτέλεσμα Catti-brie vs Olaf

Μια σχετικά εύκολη νίκη για τον Όλαφ

Από την αρχή της ψηφοφορίας ο πορφυροτρίχης βάρβαρος πήρε τα ινία της μονομαχίας και τα διατήρησε μέχρι το τέλος. Μάλιστα, η ηρωίδα του Σαλβατόρε δεν κατάφερε σε καμία στιγμή να μειώσει τη διαφορά κάτω από 10 ψήφους. Έτσι, με το τελικό 31-21 ο Όλαφ περνά στον ημιτελικό, όπου θα αντιμετωπίσει τον νικητή του ζευγαριού Φινγκόλφιν εναντίον Μπόρομιρ.

FantasyWanderersBattles 8

Κανόνες των Fantasy Wanderer’s Battle

Κάθε Τρίτη και Παρασκευή θα ανεβαίνουν δύο μονομαχίες με τέσσερις από τους 32 φανταστικούς ήρωες και θα έχετε 48 ώρες για να ψηφίσετε τον αγαπημένο σας. Η έκβαση των μαχών θα εξαρτάται εξ’ ολοκλήρου από τις ψήφους σας, ακόμα και τις διακυμάνσεις τους κατά τη διάρκεια των δύο ημερών, και το αποτέλεσμα της κάθε μονομαχίας θα ανακοινώνεται με περιγραφή της μάχης, από τις πένες των παραμυθάδων Χρήστο Κεσκίνη και Λειβαδιώτη Αλέξανδρο. Δικαιούστε να ψηφίζετε μόνο μία φορά ανά μονομαχία, αλλά φυσικά μπορείτε να ζητάτε από γνωστούς και φίλους να στηρίξουν τον αγαπημένο σας ήρωα. Σε περίπτωση ισοψηφίας, τότε το αποτέλεσμα καθορίζεται από την αντικειμενική κρίση των συγγραφέων, αφήνοντας στην άκρη συναισθηματισμούς και συμπάθειες και εξετάζοντας καθαρά την πολεμική ικανότητα του κάθε ήρωα (εκτός, φυσικά, του Όλαφ και του Κόναν και δε δεχόμαστε καμία αντίρρηση σε αυτό). Οι περιγραφές των μονομαχιών θα αναρτώνται στο blog του Fantasy Wanderer. Μην ξεχνάτε, όμως, καθ’ όλη τη διάρκεια των δύο ημερών της ψηφοφορίας, θα υπάρχουν προσφορές σε επιλεγμένα βιβλία των εκάστοτε ηρώων. (Δημιουργείστε χαρακτήρα για να μη χάνετε τα XP των αγορών σας)

No Comments

Sorry, the comment form is closed at this time.

Welcome to

My Rewards

Become a member

Join our loyalty program to unlock exclusive perks and rewards.

Ways to earn

Powered by WPLoyalty

0
    0
    Το καλάθι σας
    Το καλάθι είναι άδειοΕπιστροφή στο κατάστημα